Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012
Έκθεση του Dino Valls στο μουσείο Φρυσίρα
Το έργο του αγαπημένου ζωγράφου του LLS ,Dino Valls βρίσκεται στη Αθήνα, στο Μουσείο Φρυσίρα.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ
Μονής Αστερίου 3 & 7, Πλάκα, Αθήνα, Ελλάδα
(πλησίον της οδού Κυδαθηναίων)
τηλ: 210 3234678, 210 3316027
fax: 210 3316027
email: info@frissirasmuseum.com
ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Τετάρτη έως Παρασκευή: 10:00 - 17:00
Σάββατο και Κυριακή: 11:00 - 17:00
Δευτέρα και Τρίτη: κλειστά
Η σύνδεση με το Μουσείο ΕΔΩ
Ζωγραφικές του Dino Valls , που δημοσιεύθηκαν στο LLS ακολουθούν¨
Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012
Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012
Καπιταλισμός = μάνατζμεντ στο Δημόσιο
Το μάνατζμεντ στο δημόσιο τομέα είναι καπιταλισμός.......
Τι κρίμα αυτά εκστομίζονται από ένα απο τους πιο ορθολογιστές της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Η Ιταλική βιομηχανία τροφίμων όμιλος της Mafia
η εδώ
Mafia-grip-on-Italian-food-sector-putting-industry-at-risk-report
Το λινκ έχει Copyrights
Περίληψη: Όλη η εξαγωγική δυναμική βιομηχανία της Ιταλίας στενάζει από την εμπλοκή της Μαφίας η οποία έχει τρέχουσες αξιώσεις 12,0 δισ Ευρώ.
Προνομιακός τομέας της: η μετονομασία εισαγωμένων σε Made In Italy
Βιβλιοδώρα
Μαρία Λ:Κώστας Δουζίνας.Αντίσταση και Φιλοσοφία στην Κρίση
Μάκης Δ:Heinrich Winkler.Βαιμάρη
Αγγελική Φ:Α.Λιάκος.Απολάλυψη,Ουτοπία και Ιστορία
Μάνος.Χ:Α.Μασαβέτας.Κωνσταντινούπολη.Η πόλη των απόντων
Λεωνίαδας Κ:Κρίστοφερ Χιτσενς.Αμφισβητίας εκ πεποιθήσεως
Δημήτρης Β:Ηλία Ηλιού.Το μήνυμα του Θουκιδίδη
Κίμων Βίκτωρ Γ:Βικτώρ Σερζ.Αναμνήσεις ενός Επαναστάτη
Κατερίνα Π:Κορνήλιος Καστοριάδης.Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα
Κώστας Μ:Σ,Ζουμπουλάκη (επιμ) Η μεσιανική ιδέα και οι μεταμορφώσεις της
Καίτη Κ: Τόμος Το Μουσείο των Αθηνών
Τους ευχαριστώ όλους.
Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012
Ν.Σεβαστάκης «Με έναν Σοπενάουερ στην τσέπη»
Στη Λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων, το μυθιστόρημα του Ζαν Μισέλ Γκενασιά, ο αφηγητής Μισέλ Μαρινί είναι ένας έφηβος που διαβάζει λογοτεχνία με τέτοια αφοσίωση ώστε συχνά διασχίζει τους δρόμους του Παρισιού χωρίς να τραβάει τα μάτια του από τις σελίδες. Είναι η εποχή του πολέμου στην Αλγερία και των πρώτων δίσκων του ροκ εν ρολ, εποχή όπου οι πολιτικές απορίες και η ερωτική αφύπνιση συγκαταλέγονται στα υλικά της επερχόμενης εξέγερσης.
Να, λέω, αυτό το καλό έχει η λογοτεχνία: υπενθυμίζει, μεταξύ άλλων, τις δυνατότητες ελευθερίας που υπάρχουν κάτω από τα στρώματα μιας κοινής ζωής, ενός συνηθισμένου πεπρωμένου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πρόκειται για νοσταλγική ανακατασκευή του παρελθόντος ή μιας νεότητας που κάποτε, πιθανόν, ήταν πιο ενδιαφέρουσα. Αυτός ο έφηβος που διάβαζε Κάφκα και Καμύ, Ντοστογιέφσκι και Γκόγκολ, υπήρξε στʼ αλήθεια. Δεν είναι μια στρατηγική εξιδανίκευσης, τέχνασμα μιας συγκαλυμμένης αυτοβιογραφίας. Το ανάλογό του στο πέρασμα του χρόνου είναι άλλωστε εκείνοι οι νεαροί Έλληνες που τα ονόματά τους τα πρωτοσυνάντησα σε κάποια τεύχη της Επιθεώρησης Τέχνης --τα είχε όλα ο πατέρας μου-- όταν ήμουν δεκατεσσάρων. Και κάποιοι από αυτούς ευτυχώς επιμένουν ακόμα και τους διαβάζουμε σήμερα στις Σημειώσεις του σπουδαίου Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου. Παιδιά του Χαλανδρίου και της Κυψέλης του ʼ60, της Βέροιας ή της Χαλκίδας που διάβαζαν Κέστλερ, Τόμας Μαν και Λούκατς. Και άλλοι που εμφανίστηκαν στις κατοπινές γενιές, στη μεταπολίτευση --αυτή που την παρουσιάζουν ως ένα πασοκοειδές γκροτέσκο πράγμα--, στα μεταβατικά χρόνια του ʼ80 και μέχρι σήμερα. Σήμερα;
Μόνο που δέκα τόσα χρόνια στο πανεπιστήμιο, στις κοινωνικές επιστήμες μάλιστα, ζήτημα είναι αν έχω συναντήσει τρεις φοιτητές που να λάμπει το μάτι τους ακούγοντας το όνομα ενός συγγραφέα ή τον τίτλο ενός βιβλίου. Πάντα μειονότητες θα είναι οι Μισέλ Μαρινί του κόσμου τούτου, αλλά εδώ μιλώ για πραγματική κατάσταση σπάνης ή για θλιβερή απουσία. Και αυτό ισχύει ακόμα και για εκείνους τους ενταγμένους ή υποψιασμένους πολιτικά φοιτητές και φοιτήτριες.
Το έχω ξαναγράψει και ξέρω ότι παρεξηγείται στην Αριστερά ως πράγμα ανεπίκαιρο και εξωτικό: μου φαίνεται αδιανόητη μια πολιτικοποίηση χωρίς άλλα ερεθίσματα, χωρίς μια γερή δόση μύησης σε διαφορετικές και συχνά ασύμπτωτες μεταξύ τους αφηγήσεις της ανθρώπινης κατάστασης. Αυτές οι αφηγήσεις δεν εξαντλούνται στην τελευταία λέξη της μόδας που επικρατεί στη λεγόμενη ριζοσπαστική θεωρία. Ούτε πρέπει να τις επικαλούμαστε για να μας λύσουν το πρόβλημα του «πολιτικού σχεδίου», πόσο μάλλον το πρόβλημα του χρέους και της καπιταλιστικής κρίσης.
Η εργαλειακή και σχεδόν «από καθήκον» αντιμετώπιση της ανάγνωσης ως βιβλιογραφίας αθετεί την ουσία του πάθους το οποίο γίνεται όλο και πιο δυσεύρετο. Μιλώ για μια στάση η οποία δεν ψάχνει απλώς έναν μικρό χώρο βεβαιοτήτων, δεν γυρεύει ένα είδος διανοητικού στεκιού. Υπέροχα είναι τα στέκια και οι βεβαιότητές τους, αλλά ακόμα καλύτερη είναι η περιπλάνηση, η πρακτική της αμφιβολίας, όπως την προσφωνεί ο σχεδόν αιωνόβιος Ινγκράο.
Αλλά τι να το κάνω που ο άλλος θέλει «επιστροφή στον Λένιν» και όταν του μιλάς λ.χ. για τις Ιστορίες από την Κολιμά του Βαρλάμ Σαλάμοφ κοιτάει με μάτια απλανή λες και του αναφέρεις την ύπαρξη εξωγήινης ζωής;
Πρακτική της αμφιβολίας σημαίνει ότι πιάνεις στα χέρια σου κι εκείνα που θα σου πολλαπλασιάσουν τα ερωτήματα, κι αυτά που θα σου ραγίσουν τα έσω τοιχώματα ή θα σε βγάλουν, πολλές φορές με βίαιο τρόπο, έξω από τα οικεία και ανακουφιστικά λόγια με τα οποία πιστεύεις ότι ξεκλείδωσες τα μυστικά του κόσμου.
Ο τσέχος φιλόσοφος, ο Γιαν Πάτοτσκα, έλεγε ότι πνευματικός άνθρωπος είναι εκείνος που αποδέχεται να ζει με την «προβληματικότητα», συντροφιά με μια ορισμένη αίσθηση του κινδύνου στο βαθμό που αποστατεί από την προστασία του αυτονόητου και αυταπόδεικτου. Τα καθεστωτικά αυτονόητα τα ξέρουμε, χίλιες φορές τα έχουμε πει και σε αυτήν εδώ τη στήλη. Αλλά να που ο κομφορμισμός δεν έχει μόνο ένα πρόσωπο, δεν είναι μόνο «η εικόνα στις ειδήσεις», αλλά ζει και μέσα στο κίνημα, τρέφεται από τη μονομέρεια, από τον radical ακαδημαϊσμό, τον αιώνιο άταφο οικονομισμό.
Κάθε φορά που συναντώ αυτά τα προσωπεία, θυμάμαι τον Λειβαδίτη που ομολογεί
ώ, αν μπορούσα να ξαναρχίσω απʼ την οδό Κεραμέων, τότε που περιδιάβαζα κάτω απʼ τις πιπεριές μʼ έναν Σοπενάουερ στην τσέπη
σʼ εκείνον το ρομαντικό ρόλο που «έπαιζα» τότε, ανακαλύπτω τώρα ότι υπήρξε ο πιο αληθινός εαυτός μου
Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012
Η.Καραβόλιας: Η μετα-Πολιτική Θέσμιση του Πραγματικού
Saul Newman,
(καθηγητής Πολιτικής Θεωρίας στο Goldsmiths College University, στο Λονδίνο, συγγραφέας σε θέματα ριζοσπαστικής ‘’continental’’ φιλοσοφίας, είναι συγγραφέας σημαντικών έργων, που έτυχε να διαβάσω όπως : From Bacunin to Lacan( 2001), Unstable Universalities( 2007) ,Politics most Unusual( 2009) κ. α που δεν είχα την ευκαιρία να μελετήσω…)
Η φράση αυτή θεωρώ ότι εύστοχα αντικατοπτρίζει την σημερινή αδιέξοδη αγανάκτηση εκατομμυρίων ατόμων σε όλο τον πλανήτη. Είτε έχουν κινηματικά χαρακτηριστικά, είτε ακτιβιστική ή αμιγώς κομματική δράση, ομάδες κατάληψης δημοσίων χώρων ή κέντρων αποφάσεων και ομάδες διαμαρτυρίας, συντεταγμένες ή μη, έχασαν τον εχθρό. Για να γίνω πιο συγκεκριμένο , αναζητούν έναν εχθρό που δεν ‘’υπάρχει’’, αλλά στο Φαντασιακό της κοινωνικής θέσμισης έχει έναν ελλειπτικό και αναγκαίο ρόλο. Αυτόν τον ρόλο, φαίνεται ότι τον παίζουν εναλλάξ οι Αγορές και το Κράτος, και οι συμμετέχοντες σε αυτούς τους θεσμούς.
Κοινωνίες ολόκληρες αναζητούν τρόπους να υπερβούν τις παλιές αρχές, ουσιαστικά τις παλιές ιδεολογικές αυταπάτες. Άτομα που πήδηξαν έξω από το βαγόνι της κατανάλωσης και του περιττού ξοδέματος χρόνου/χρήματος, περιπλανώνται σε έναν λαβύρινθο πληροφόρησης και φόβου, άλλες φορές σαν θύματα και άλλες φορές σαν θύτες. Είναι η εποχή, που η όποια χρηματοπιστωτική ή καπιταλιστική κρίση, απωθεί την βαθιά και καλυμμένη δημοκρατική ανωμαλία, εκτός της αφανούς ταξικής ανισότητας, όπως ο Φουκώ πρόβλεψε πριν πολλά χρόνια: σε οποιονδήποτε κοινωνικό σχηματισμό, θα υπάρχει πάντα εξουσία, ακόμα και στην επαναστατική δράση.
Άραγε, έχουμε συνειδητοποιήσει το ανώφελο της εναπόθεσης ελπίδας στην επανεκκίνηση του διπολικού συστήματος κράτους –αγορών; Έχουμε αντιληφθεί πόσο ανέφικτο είναι να ψάχνουμε μετα-φιλελεύθερες ή μετα-σοσιαλιστικές δομές επανεκκίνησης των οικονομιών και των κοινωνιών;
Το μεν Κράτος είναι ένα τεχνητό, καταπιεστικό και παράλογο φορτίο στην πλάτη της κοινωνίας, ένα πολυεπίπεδο φαινόμενο που μέσω ενός φάσματος πειθαναγκαστικών πρακτικών, δεσποτικά ,με θρησκευτική δομή, ηγεμονεύει ως μεταφυσικός αναδιανομέας πλούτου και δικαιοσύνης, μέσω μιας τάξης που βαθμιαία γιγαντώνεται , πίσω από την σύζευξη νεύρωσης εξουσίας και πλουτισμού( πολιτικοί)
Οι δε Αγορές, απρόσωπο φαντασιακό υποκείμενο που με την ισχύ της πλανητικής κυκλοφορίας αληθινού και εικονικού χρήματος εισβάλλει στο κοινωνικό σώμα, στην ουσία μετακινούν ταχύτατα πλέον και αλόγιστα ,περισσότερο το παρασιτικό/αδρανές και λιγότερο το κοινωνικά χρήσιμο κεφάλαιο(ως οξυγόνο ανάπτυξης και απασχόλησης) και στο τελικό ισοζύγιο ωφελιμότητας, γίνονται αιτία για δημιουργία κοινωνικών ανισοτήτων και καταπιεστικών συνθηκών στις ευρείες μάζες ( αλλιώς δεν δημιουργείται υπεραξία και υπεραπόδοση.) Όσοι υπέρμαχοι της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των αγορών , δεν κατανοούν ότι η υπερ-φιλελευθεροποίηση και η υπερεθνική διακίνηση κεφαλαίων, δεν μείωσε αλλά αύξησε τις κοινωνικές ανισότητες, ας ανατρέξουν σε πολλές μελέτες και μη μαρξιστές ή αριστερούς ερευνητές, ακόμα και της σύγχρονης γενιάς στην σχολή του Σικάγου , και θα ανακαλύψουν τους υψηλούς βαθμούς συσχέτισης μεταξύ της απορύθμισης και της ελευθερίας κίνησης κεφαλαίων με τις τραπεζικές, νομισματικές, δημοσιονομικές και –ως φυσικό επακόλουθο- τις εμπορικές κρίσεις και τα κοινωνικά δράματα, τα τελευταία 30-35 χρόνια.
Χρειαζόμαστε όχι μόνο μια μακροπολιτική που θα τραβήξει το χαλινάρι στην νέα ελίτ των διαχειριστών υπερ- μοχλευμένων κεφαλαίων, αλλά και μια μικροπολιτική ελέγχου και ρύθμισης αρχών και κανόνων στις ροές του χρήματος, εικονικού και πραγματικού. Στην ιδεολογική όμως βάση του θέματος, η αλήθεια είναι ότι χρειαζόμαστε μια μικροπολιτική επανεξέτασης της Εξουσίας, απ όπου και αν αυτή προέρχεται, όχι με …αναρχικό ή μετα-αναρχικό μονοπάτι εκκίνησης. Αφού αναγνωρίσουμε ότι οι ιεραρχίες του πλούτου και της διαπλεκόμενης τους σχέσης με το κρατικο-επιχειρηματικό μοντέλο διαχείρισης της κοινωνικής παραγωγής, έχουν διαρρήξει τον ιστό του Συλλογικού, ας κατανοήσουμε ότι ζούμε στην εποχή της εμφάνισης του πλέον καλυμμένου και απωθημένου στο κοινωνικό φαντασιακό, φυσιολογικού φαινομένου της πολιτικής οικονομίας: τον κατακερματισμό των ταξικών ταυτοτήτων, στις τελευταίες δεκαετίες.
Σήμερα, επανέρχεται στο προσκήνιο το δαιμονικό χαρακτηριστικό που βόλευε, πολλά χρόνια, πολλά στρώματα, ψηλά και χαμηλά, να αγνοούν: η ταξική διαίρεση. Με την μορφή ενός δικτύου, αντί μιας αυστηρής ιεραρχίας, με πολύπλοκα δίκτυα ελέγχου ,παρακολούθησης, πειθαναγκασμού και διοίκησης, εμπορευματοποίησης, μας κυβερνούν απρόσωπες εξουσίες, μέσω της ελευθερίας μας. Αυτή η θολή ιεραρχία, που αποσυντονίζει άτομα και κοινωνίες σε έναν αόριστο διαχωρισμό κοινωνικών και ατομικών προτεραιοτήτων, αναβιώνει το παλιό και γνώριμο ερώτημα: πώς τα όρια μεταξύ αγοράς και κράτους, καταρρέουν χωρίς να έχουν προηγουμένως προσδιοριστεί κοινωνικά χρήσιμα. Ο Λαντάουερ έλεγε ότι το κράτος είναι μια κοινωνική σχέση και την καταστρέφουμε ή την θρέφουμε, φτιάχνοντας εμείς οι ίδιοι την βάση της εθελούσιας υποτέλειας μας…
Ναι, αλλά μήπως ακριβώς το ίδιο δεν συμβαίνει με την από-προλεταριοποίηση των μαζών μέσω της έμμεσης και άμεσης συμμετοχής τους, στον άλλο πόλο του συστήματος, τις αγορές; Μήπως ξεχνάμε ότι στους κουμπαράδες τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης ωθούνται οι αποταμιεύσεις και οι συντάξεις του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ στα ταμεία των πολυεθνικών και στους λογαριασμούς των μετόχων τους μεταφέρεται η υπεραξία της εξαντλητικής υπερεκμετάλλευσης και της τεχνητά επιθυμητής υπερκατανάλωσης;
Όπως ακριβώς θρέψαμε σαν άτομα με πρόσχημα το αντίτιμο της ασφάλειας, το πατερναλιστικό δίχτυ ασφαλείας της κρατικής παρουσίας στην θέσμιση του συλλογικού μας ( ένα μόνιμο θεσμικό ασφάλιστρου κινδύνου της ελευθερίας μας), έτσι τροφοδοτήσαμε την αχαλίνωτη κερδοσκοπία μιας άρχουσας τάξης παρασιτικών μεσαζόντων μεταξύ του κοινωνικού πλούτου και της ολιγαρχικής συγκέντρωσης τους, είτε εν αγνοία μας ,είτε με επίγνωση του θαυμαστού προσδοκώμενου κέρδους, που δήθεν αναδιανείμουν οι ελεγκτές ,και ταυτόχρονα μεγαλοιδιοκτήτες, στο ενιαίο διεθνώς καζίνο των χρηματαγορών του βραχυπρόθεσμου κέρδους…
Στο διπολικό μετα-ιδεολογικό ερώτημα κράτος ή αγορές, και στο ενδιάμεσο ρεαλιστικό ζευγάρωμα των δύο θεσμών κοινωνικής αναδιανομής ρόλων , εργασίας, παραγωγής, το ζητούμενο είναι πέρα από φιλοσοφικά σημαίνοντα και ιστορικό-πολιτικά πλαίσια: το ζητούμενο είναι ο επαναπροσδιορισμός της αξίας του ανθρώπινου μόχθου, του κοινωνικού και ατομικού χρόνου και της αναγκαίας αναδιανομής του παραχθέντος πλούτου, από τους πάνω προς τους κάτω. Γιατί οι από κάτω, αυξάνονται επικίνδυνα ως πρώτη ύλη κοινωνικής ανάφλεξης, και οι ελάχιστοι πλέον από πάνω, συγκεντρώνουν επικίνδυνα περισσότερη ισχύ και πλούτο, ως καύσιμη ύλη μιας αναπόφευκτης εκκίνησης κοινωνικής εντροπίας.
Η ενεργειακή αναδιανομή των υλικών και διανοητικών δυνάμεων σε οικονομίες και κοινωνίες, τόσο σε τοπικό ή εθνικό όσο και σε διεθνικό επίπεδο , έχει φθάσει στα όρια της. Μπορεί να μην ζούμε τα όρια του ισχυρού καπιταλιστικού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης, όπως βιάζονται οι θιασώτες κολλεκτιβιστικών οραμάτων να διαλαλούν, αλλά σίγουρα όμως ζούμε τα όρια του ανίσχυρου κοινωνικού μοντέλου ευτυχίας και προόδου. Και όταν δεν υπάρχουν ανάκτορα, όταν δεν υπάρχουν εμφανείς βασιλιάδες, οι κοινωνίες αυτοθυματοποιούνται και μένουν αδρανείς, ως χρήσιμα στάσιμα υλικά σχεδιασμού των ελεγκτών της παγκόσμιας κυκλοφορίας του πιο σπάνιου αγαθού της σύγχρονης εποχής: του χρήματος…
Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012
GREEK RIDER :Προς μία κοινωνία αυτοπασχολουμένων παραγωγών
Σε αντίθεση με τον καπιταλισμό των πολυεθνικών εταιρειών και της εντατικοποίησης της παραγωγής υπάρχει και ο καπιταλισμός των αυτοαπασχολούμενων παραγωγών. Κάθε τι που μας φέρνει πιο κοντά στον καπιταλισμό των πολυεθνικών είναι καταδικαστέο και κάθε τι που μας φέρνει πιο κοντά στην αυτοαπασχόληση μας οδηγεί πιο κοντά σε έναν άλλο πιο ευγενή και πολιτισμένο τύπο κοινωνίας.
Είμαι βέβαιος ότι αν σήμερα ζούσαν οι κλασικοί φιλελεύθεροι θα αγανακτούσαν με τον καπιταλισμό των πολυεθνικών και όσα αυτός συνεπάγεται (σημείωση: την λέξη πολυεθνικές την έχω αντικαταστήσει στο λεξιλόγιό μου με τις λέξεις "μεγάλες εταιρείες").
Για παράδειγμα, ο Rousseau (Ρουσσό) υποστήριξε ότι η μεγάλη ιδιοκτησία είναι ενάντια στο φυσικό δίκαιο ενώ η μικρή ιδιοκτησία αποτελούσε το φυσικό δικαίωμα του παραγωγού.
Στο έργο του Rousseau "Λόγος περί της Ανισότητας" (1755) αναφέρει ότι μόνο ένα περιορισμένο δικαίωμα μπορεί να καταξιωθεί ηθικά, αντίθετα το απεριόριστο δικαίωμα στην ιδιοκτησία ήταν πηγή εκμετάλλευσης και ανελευθερίας, θέση που επαναλαμβάνεται και στο "Κοινωνικό Συμβόλαιο" (1762).
Διακόσια πενήντα χρόνια πριν από σήμερα ο Ρουσσό έλεγε ότι: "Μια αληθινή δημοκρατική κοινωνία, μια κοινωνία που θα κυβερνάται από την γενική βούληση, απαιτεί ισότητα ιδιοκτησίας, τέτοια ώστε κανένας πολίτης να μην μπορεί ποτέ να γίνει τόσο πλούσιος, ώστε ν' αγοράζει άλλον, και κανένας τόσο φτωχός, ώστε η ανάγκη να τον κάνει να πουληθεί".
Ο Ρουσσό πίστευε ότι οι διαφορές στην ιδιοκτησία χωρίζουν τους ανθρώπους σε αντιτιθέμενες τάξεις και οι άνθρωποι οδηγούνται από τα ταξικά συμφέροντα μην μπορώντας έτσι να αποφασίσουν για το γενικό καλό. Αυτός ήταν ένας προβληματισμός που απασχόλησε αργότερα και τους κλασσικούς φιλελεύθερους του 19ου αιώνα από την ανάποδη. Όχι δηλαδή πώς θα υπάρχει ισότητα ιδιοκτησία αλλά πώς ενώ δεν θα υπάρχει ισότητα θα δημιουργηθούν εκείνες οι δομές που δεν θα επιτρέπουν να τεθούν σε κίνδυνο τα προνόμια των ανώτερων τάξεων...
Ο Thomas Jefferson ο οποίος είναι σήμερα η σημαία της Αμερικής και στου οποίου το όνομα δακρύζουν σήμερα οι Αμερικάνοι ήταν στο ίδιο μήκος κύματος με τον Ρουσσό. Πίστευε στη θετική πλευρά της ανθρώπινης φύσης και στην οικονομική ισότητα ως προϋπόθεση της δημοκρατίας. Παρά το ότι αποδεχόταν τη μισθωτή εργασία θεωρούσε ότι αυτή είναι αποδεκτή μόνο στο βαθμό που οι εργαζόμενοι είναι τόσο ανεξάρτητοι όσο και οι μικροϊδιοκτήτες. Θεωρούσε την μικροιδιοκτησία ως το μέτρο για να μην υπάρχουν ταξικές διαιρέσεις.
Συνεπώς οι σκέψεις και οι προβληματισμοί κατά της ιδιοκτησίας και για την απαγόρευση απόκτησης άπειρου πλούτου, δεν πρέπει να αποτελούν απαγορευμένα θέματα συζήτησης ή θέματα ταμπού. Σήμερα όποιος συζητάει τέτοια θέματα απορρίπτεται αυτόματα ως κομμουνιστής. Μα αυτά τα έλεγε ο Jefferson και ο Ρουσσό! Γιατί τα ξεχάσαμε;;
Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012
Η.Καραβόλιας:Από το φετιχισμό του εμπορεύματος στο φετιχισμό των υπηρεσιών
Αλίμονο εάν δεν κατανοούν κάποιοι, πέρα και πάνω από δόγματα ή ιδεολογίες, ότι τα προβλήματα φαίνονται ξεκάθαρα από πού πηγάζουν, στην παγκόσμια σκηνή, όταν δούμε τα νούμερα, τη σύνθεση και τον όγκο των κεφαλαίων που κυκλοφορούν ,εξω από τις κοινωνίες και τις οικονομίες (και δυστυχώς όχι εντός τους): Το παγκόσμιο ΑΕΠ είναι περίπου 60 τρις, την ίδια στιγμή που η χρηματοπιστωτική σφαίρα πλησιάζει τα 820 τρις, εκ των οποίων μόνο τα 60 τρις βρίσκονται στις θεσμικές και ρυθμισμένες αγορές χρήματος• τα άλλα είναι τοποθετημένα σε παράγωγα και σε σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα.Το παγκόσμιο σπιράλ απαξίωσης εργασίας και περιουσίας, αυτή η νέα ασύμμετρη απειλή της παγκόσμιας οικονομίας, σχετίζεται άμεσα με το τωρινό σκηνικό στον πολύ-πολικό κόσμο.
Πυρηνικό ζητούμενο είναι πιστεύω, το αν πρεπει οι μεγιστάνες( τραπεζίτες,μεγαλοχρηματιστές, βιομήχανοι,εφοπλιστες ) ακομα και αν είναι παρανοϊκά πλούσιοι( όπως λεει στο άρθρο του τους FT ο S.Mallaby σήμερα) να φορολογηθούν παραπάνω, και αν αυτή η φορολογια θα σημανει καποτε , αναδιανομη πλουτου στις κοινωνιες .Αναγκαστικα, οι μεγιστάνες γίνονται το αναγκαίο κακό για τις κοινωνίες. Η ερώτηση που συμπυκνώνει τις πολιτικο-ιδεολογικες απορίες είναι πιστεύω κάπως πιο απλή : άραγε θα ξαναστρέψουν το όσο χρήμα κερδίζουν απο υπερεκμεταλλευση, υπεραξία και χαμηλό κόστος( κυρίως αυτό που βγαίνει απο οθόνες, το παρασιτικό) στις κοινωνίες και στην αληθινή παραγωγή , οι έχοντες ρευστότητα; Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δεν είναι μετρησιμη. Για να το κανουν πρεπει να πιεστουν θεσμικά και νομικά,απο την πολιτικη ταξη την οποια εν τω μεταξυ σχεδον αγνοουν,αφου ελεγχουν χρηματοδοτώντας την. Σημερα, η ολιγαρχια του πλουτου διεθνως, χωρις να συνομωτεί, προτιμά να αφηνει΄''παραγωγικα αδρανες'' το κεφαλαιο της, εκτός κοινωνίας, αρα στερεί το οξυγονο απο το κοινωνικό σώμα, αφού συμφερει να το εχει εικονικά λειτουργικό στις χρηματαγορές και να κερδιζει αποδόσεις με ή χωρίς ρίσκο. Πχ, ο φορος Tobin στις χρημ/κες συναλλαγες, μπορεί να είναι χτυπημα στο παρασιτικό κεφάλαιο,όπως κόπτεται ο Σαρκοζι, αλλα ποιός μας λέει οτι αυτό θα οδηγησει μερος του στην αληθινη παραγωγή; Οχι το ανυπαρκτο αόρατο χέρι του θείου Ανταμ ,παντως.
Το πρόβλημα στον καπιταλισμό είναι οτι γεννησε μη βιωσιμες ,αν και πολλες διεθνως, θεσεις απασχολησης σε κρατη ήδη αναπτυγμενα, μεσω της μή βιομηχανικής κερδοφορίας του κεφαλαιου, αλλα της βιομηχανίας διακινησης ηλεκτρονικού κεφαλαιου. Χρηματιστες, δικηγοροι,αναλυτες ,κατα εκατομμυρια ''αντικατεστησαν'' τα τελευταια 25 με 30 χρόνια μεγαλο μερος απο τους χαμαληδες, τους εργατες, τους δ/ντες εργοστασίων. Τα dealing rooms αντικατεστησαν τα εργοστασια..
Ετσι, καταναλωνονται περισσοτερες υπηρεσιες παρα αγαθά, και ο φετιχισμός του εμπορευματος ,κατα Μαρξ, αντικατασταθηκε απο τον φετιχισμό της υπηρεσίας. Δηλαδή, η καλυμμενη ανισοτητα και οι αναπαραστασεις εκμεταλλευσης πισω απο μια υπηρεσία στο κινητο μας ή στην τηλεόραση,έχει μεταβαλλει την σημειολογια στην θεωρία υπεραξίας και την συμβολική διασταση της υπερεκμεταλλευσης. Η καταναλωση εξομοιωνει οχι μονο κοινωνικες θεσεις, αλλα και τις κοινωνικες ανισοτητες πίσω απο αυτην. Αν η μαρξικη θεωρια της υπερσυσσωρευσης κεφαλαιου ,συνδυαστει με μια νεα θεωρια υπερπιστωσης κεφαλαιου και υπερεπιθυμιας καταναλωσης, παρεχει -πιστευω- το ιδανικό πλαισιο αναλυσης της τρεχουσας υφεσης...
Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012
Τα Hedge Funds και η κρίση του καπιταλισμού .S.Mallaby ( Courtesy H.Karavolias)
Δεν υποστηρίζω την οπτική του άρθρου ,αλλά με ενδιαφέρει να γνωρίζω όλες τις οπτικές .Το άρθρο είναι απολογητικό και για αυτο το δημοσιεύω, καθώς μπορούμε να δούμε την οπτικη του " συστήματος "
Το έφερε στη προσοχή μας ο δαιμόνιος Ηλίας Καραβόλιας
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved
Τα Hedge Funds και η κρίση του καπιταλισμού
By Sebastian Mallaby
Δημοσιεύθηκε: 07:51 - 13/01/12- Ο αρθρογράφος είναι senior fellow στο Council on Foreign Relations των ΗΠΑ και συγγραφέας του «More Money Than God: Hedge Funds and the Making of a New Elite».
Όταν αναλογίζεται τα τεράστια ποσά που χρειάζονται για τη διάσωση της περιφερειακής Ευρώπης, ο Gideon Rachman γράφει ότι νιώθει παράξενα Αυστριακός. Ομολογώ ότι έτσι αισθάνομαι εγώ όταν αναλογίζομαι τις τράπεζες. Δεκαοκτώ μήνες μετά την έγκριση της νομοθεσίας Dodd-Frank στις ΗΠΑ, τα τρία τέταρτα των βυζαντινολογικών κανόνων δεν έχουν εφαρμοστεί, ενώ λίγη πρόοδος έχει γίνει στο βασικό πρόβλημα, που είναι ότι οι τράπεζες θα αναλαμβάνουν υπερβολικούς κινδύνους χρησιμοποιώντας τα λεφτά των φορολογούμενων όσο μένουν πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν.
Εν τω μεταξύ, το αυστριακό αντίδοτο αποσπά την προσοχή. Αν δεν σας αρέσουν τα κρατικά επιδοτούμενα, «πολύ μεγάλα για να καταρρεύσουν» μαμούθ, τότε καλύτερα να αποδεχτείτε τα... αρκετά μικρά για να καταρρεύσουν hedge funds.
Οι περισσότεροι επικριτές του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν αντιλαμβάνονται ένα βασικό στοιχείο. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ελπίζουν, για παράδειγμα, ότι οι στρατιές των ρυθμίσεων που θα επιβάλει το Dodd-Frank θα καταφέρουν κάποτε να καταστήσουν πραγματικά σταθερή την οικονομίαΤο χρηματοοικονομικό είναι ένα σύστημα υποσχέσεων για ένα αβέβαιο μέλλον. Και αν δεν εμφανιστεί μια μαγική μηχανή προβλέψεων, οι ρυθμίσεις δεν θα δουλέψουν. Τα νομίσματα θα ανεβαίνουν και θα πέφτουν, τα επιτόκια θα κυμαίνονται, κάποιες εταιρίες θα πετυχαίνουν και κάποιες άλλες θα χρεοκοπούν. Ένα καλό χρηματοοικονομικό σύστημα θα απορροφήσει αυτούς τους κινδύνους, χωρίς να χρειάζεται να μαζεύουν οι φορολογούμενοι τα κομμάτια. Αλλά οι κίνδυνοι θα παραμένουν και οι χρηματοπιστωτικές εταιρίες θα... φουσκώνουν.
Ούτε μπορώ να φανταστώ πώς θα μπορούσε το χρηματοοικονομικό σύστημα να χωριστεί σε σταθερές δραστηριότητες της «παλιάς σχολής» και σε άγριες τζογαδόρικες καταστάσεις.
Ο παραδοσιακός τραπεζικός δανεισμός στην πραγματικότητα είναι υπόπτως ασταθής, γι’ αυτό και οι κυβερνήσεις υποχρεώνονται να αναλαμβάνουν την αναδοχή του, με συνεγγυητικά κεφάλαια και δίχτυα ασφαλείας εσχάτης ανάγκης. Πράγματι, ο παραδοσιακός τραπεζικός δανεισμός συχνά υποκύπτει και στην επιδότηση και στη μη ανταγωνιστικότητα. Οι εταιρίες σε πολλές περιπτώσεις αντλούν κεφάλαια πιο αποδοτικά όταν εκδίδουν μετοχές και ομόλογα.
Αν οι χρηματιστηριακές αγορές είναι χρήσιμες για τις εμπορικές επιχειρήσεις, το λογικό συμπέρασμα είναι ότι η αντιπάθεια, που είναι τόσο της μόδας, για τους χρηματιστές είναι παράλογη. Οι αγορές χρειάζονται ειδικούς που πληρώνονται για να αποτιμούν την αξία των μετοχών, βελτιώνοντας τις πιθανότητες να τοποθετηθεί το λιγοστό κεφάλαιο της κοινωνίας στην καλύτερη δυνατή χρήση. Αν δεν υπήρχαν οι αγορές, το ακριβότερο κόστος του κεφαλαίου θα είχε ως αποτέλεσμα λιγότερες τεχνολογικές εταιρίες, λιγότερες καινοτομίες και λιγότερη ανάπτυξη.
Ορισμένοι επικριτές παραδέχονται ότι οι χρηματιστές ίσως είναι χρήσιμοι, αλλά γκρινιάζουν γιατί ο σύγχρονος καπιταλισμός δημιουργεί υπερβολικά πολλούς. Αυτές οι επικρίσεις δεν έχουν νόημα. Μήπως θα πρέπει να αποφασίζει η κυβέρνηση πόσους αρχιτέκτονες ή παθολόγους χρειαζόμαστε; Ο κοινωνικά βέλτιστος αριθμός των μόδιστρων είναι σίγουρα ελάχιστος μπροστά στον αριθμό εκείνων που σχεδιάζουν κουμπιά για την Quadrilatero della Moda στο Μιλάνο.
Το γεγονός είναι ότι χρειαζόμαστε τους traders και η αγορά είναι ο καλύτερος μηχανισμός για να αποφασίσει πόσους. Εκτός, βέβαια, αν η αγορά διαταράσσεται: Πάρα πολλές συναλλαγές γίνονται μέσα σε... πολύ μεγάλα για να καταρρεύσουν μαμούθ, που απολαμβάνουν την κυβερνητική στήριξη. Αν επιδοτήσεις το ρίσκο στις συναλλαγές, είναι φυσικό να γίνει υπερβολικό και, το χειρότερο, επικίνδυνο. Γι’ αυτό και οι καταστροφές του 2008 περιορίστηκαν σε μεγάλους συστημικούς οίκους. Το πρόβλημα δεν είναι οι συναλλαγές. Είναι τα διεφθαρμένα κίνητρα των χρηματοπιστωτικών υπεραγορών όπου γίνονται οι συναλλαγές.
Τα hedge funds προσφέρουν τουλάχιστον μία λύση σε αυτήν την ανωμαλία. Με τη μισοεξαίρεση της Long-Term Capital Management, που έπεσε στην αντίληψη των ρυθμιστών, παρ' όλα αυτά δεν διασώθηκε από την κυβέρνηση, τα hedge funds ανεβαίνουν και πέφτουν χωρίς να απειλούν τον φορολογούμενο. Επειδή η δημιουργία και η καταστροφή τους δεν επιδοτούνται, είναι πιο σώφρονα απέναντι στον κίνδυνο. Στα χρόνια πριν από την κρίση, τα hedge funds μείωναν τη μόχλευση, ενώ οι επενδυτικές τράπεζες είχαν τρελαθεί. Ακόμη κι όταν έχουν πρόβλημα, τα hedge funds γενικώς εκθέτουν σε μικρό κίνδυνο τους πιστωτές, περιορίζοντας το ενδεχόμενο ντόμινο. Τα αποτυχημένα hedge funds σχεδόν πάντα κλείνουν πριν πέσουν στα «κόκκινα». Οι πιστωτές παίρνουν όλα τα λεφτά τους πίσω.
Κι όμως, παρά αυτές τις αρετές, τα hedge funds παραμένουν αντιπαθή, φαινόμενο που λέει πολλά για την μπερδεμένη κριτική του καπιταλισμού στον εύπορο κόσμο. Ναι, οι μεγιστάνες των hedge funds είναι παρανοϊκά πλούσιοι και χωρίς αμφιβολία θα πρέπει να φορολογηθούν παραπάνω, όπως θα πρέπει να φορολογηθεί παραπάνω και ο Wayne Rooney της Manchester United, με αυτήν τη λογική.
Όμως, η άνιση διανομή των καρπών της ανάπτυξης πρέπει να διαχωριστεί από το θέμα του πώς θα εξασφαλιστεί η ανάπτυξη. Γιατί όταν ερχόμαστε στο δεύτερο ζήτημα, οι πλούσιοι γίνονται τα καλά παιδιά.
Γιατί δεν συμπαρίσταται κανείς στους απεργούς της ΕΡΤ;Γιατί δεν κάνουν απεργία .
Ελλάδα13/01/2012 | 08:14Τελ. ενημ.: 13/01/2012 08:14
Κανονικά πληρώνονται οι εργαζόμενοι στην ΕΡΤ παρά την συνεχιζόμενη απεργία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, το ποσοστό των εργαζομένων που επισήμως απήργησαν είναι μεταξύ 1,51% έως 23,86%.
Στο μεταξύ, την κήρυξη 24ωρης απεργίας από τις 13.00 της Πέμπτης, 12 Ιανουαρίου, έως τις 13.00 της Παρασκευής, 13 Ιανουαρίου, όλων των δημοσιογράφων που εργάζονται στην ΕΡΤ αποφάσισε το δ.σ. της ΕΣΗΕΑ.
Αίτημα της Ένωσης είναι η ανανέωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Όπως διευκρινίζεται στη σχετική ανακοίνωση, σε περίπτωση υπογραφής Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την ανανέωση των συμβάσεων, η απεργία θα ανασταλεί.
Πηγή : Σκαι
Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012
Πυθίες ή Κασάνδρες της αριθμολογίας: Τι γίνεται ρε παιδιά;
Εμπιστεύομαι όμως την κρίση μερικών οικονομολόγων ως συμπλήρωμα.
Εχω σχηματίσει την άποψη οτι το καπιταλιστικό σύστημα ανατροφοδοτείται από την κρίση του, δεν είναι απλά σύστημα ανισοτήτων , αλλά αναπαράγεται απο αυτές και από την πολιτική έκφραση της κρίσης.Με άλλα λόγια δεν υπάρχει ποτέ αδιέξοδο, εκτός εαν κάποιος το προκαλέσει αυτόνομα ως αυτοσκοπό.Ακόμα και η πολιτική κρίση είναι στοιχείο αναγέννησης του.
Τα σκέφτηκα όλα αυτά γιατί ,ενώ η απλή πολιτική οικονομία των αριθμών προέβλεπε κρίση δανεισμού για μερικά τρις στην Ευρωπαική οικονομία ως απόδειξη αδιεξόδου
Ιταλία και Ισπανία εξυπηρετούν τα δάνεια τους, η Γερμανία δανείζεται με αρνητικά επιτόκια
Ενα σενάριο τρόμου απομακρύνεται προσωρινά ή για πάντα who knows ;
Το PSI "κλείνει" και σε συνθήκες εξυπηρέτησης του Ευρωπαικού χρέους το πρόγραμμα "βγαίνει" σάτρα πάτρα.
Οσοι παίζουν την Πυθία ή και την Κασάνδρα με αριθμούς , καλό είναι να ρίξουν και μια ματιά στον Badiou. Η πολιτική οικονομία και η "ιστορία" δεν είναι ο χώρος που ανθίζουν οι αριστερές ιδέες.
Πηγή: Φίμωτρο
Η Ιταλία κατάφερε να διαθέσει σήμερα στην αγορά το σύνολο των εντόκων γραμματίων του δημοσίου αξίας 8,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, δωδεκάμηνης διάρκειας, με επιτόκιο που έπεσε στο 2,73% από το 5,95% του περασμένου Δεκεμβρίου. Η ζήτηση ξεπέρασε...κατά ένα τρίτο το σύνολο της προσφοράς.
Το «σπρεντ», η διαφορά απόδοσης των γερμανικών και ιταλικών ομολόγων του δημοσίου παρουσιάζει σαφή πτώση και περιορίζεται, σήμερα, στις 472 μονάδες βάσης.
Η θετική ανταπόκριση των επενδυτών στην διάθεση ιταλικών εντόκων γραμματίων στηρίζει, μέχρι αυτή την στιγμή, και την πορεία του χρηματιστηρίου του Μιλάνου, το οποίο και σημειώνει άνοδο του 2,8%.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η ευνοϊκή αυτή στάση των αγορών συνδέεται και με την αναγνώριση, από μέρους της γερμανίδας καγκελάριου Άγγελα Μέρκελ, των αποφασιστικών κινήσεων και παρεμβάσεων της κυβέρνησης του Μάριο Μόντι, στην πορεία προς της οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Μείωση του δανειακού κόστους και για την Ισπανία
Το ποσόν των 9,986 δισ.ευρώ, ήτοι διπλάσσιο του αρχικού στόχου, άντλησε σήμερα το ισπανικό δημόσιο μέσω της έκδοσης μεσο-μακροπρόθεσμων τίτλων.
Τις εκδόσεις χαρακτήρισε ισχυρή ζήτηση και σημαντική μείωση του δανειακού κόστους.
Ειδικότερα, όπως ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ισπανίας εκδόθηκαν ομόλογα 3, 4 και 5 ετών με απόδοση από 3,384% έως 3,912% έναντι αποδόσεως μεταξύ 4,871% και 4,848%, κατά τις προηγούμενες αντίστοιχες δημοπρασίες.
Ο Καμμένος κάνει αγωγή σε ιστολόγιο γιατί διαφωνεί μαζί του
Αυτός θεωρει την κριτική ως μέρος της αγωγής του κατα του Α Παπανδρέου και τους τραβάει μια αγωγή για μερικά εκατομμύρια.
Ολο το περιστατικό εδώ
Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012
Ζιζεκ: Κρατικοδίαιτη μισθωτή αριστοκρατία στην Ελλάδα.........
Εδώ μας "πήρε είδηση":
Η Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση! Λόγω των Ευρωπαικών κονδυλιων, δημιουργήθηκε μια κρατικοδίαιτη μισθωτή "αριστοκρατία" , που τώρα διαμαρτύρεται.
Αμάν μας πήρανε είδηση και οι φίλοι μας......Μα καλά από το Protagon ενημερώνεται;
Το πλήρες κείμενο εδώ:
How did Bill Gates become the richest man in America? His wealth has nothing to do with the production costs of what Microsoft is selling: i.e. it is not the result of his producing good software at lower prices than his competitors, or of ‘exploiting’ his workers more successfully (Microsoft pays its intellectual workers a relatively high salary). If that had been the case, Microsoft would have gone bankrupt long ago: people would have chosen free systems like Linux which are as good as or better than Microsoft products. Millions of people are still buying Microsoft software because Microsoft has imposed itself as an almost universal standard, practically monopolising the field, as one embodiment of what Marx called the ‘general intellect’, meaning collective knowledge in all its forms, from science to practical knowhow. Gates effectively privatised part of the general intellect and became rich by appropriating the rent that followed from that.
The possibility of the privatisation of the general intellect was something Marx never envisaged in his writings about capitalism (largely because he overlooked its social dimension). Yet this is at the core of today’s struggles over intellectual property: as the role of the general intellect – based on collective knowledge and social co-operation – has increased in post-industrial capitalism, so wealth accumulates out of all proportion to the labour expended in its production. The result is not, as Marx seems to have expected, the self-dissolution of capitalism, but the gradual transformation of the profit generated by the exploitation of labour into rent appropriated through the privatisation of knowledge.
The same goes for natural resources, the exploitation of which is one of the world’s main sources of rent. What follows is a permanent struggle over who gets the rent: citizens of the Third World or Western corporations. It’s ironic that in explaining the difference between labour (which in its use produces surplus value) and other commodities (which consume all their value in their use), Marx gives oil as an example of an ‘ordinary’ commodity. Any attempt now to link the rise and fall in the price of oil to the rise or fall in production costs or the price of exploited labour would be meaningless: production costs are negligible as a proportion of the price we pay for oil, a price which is really the rent the resource’s owners can command thanks to its limited supply.
A consequence of the rise in productivity brought about by the exponentially growing impact of collective knowledge is a change in the role of unemployment. It is the very success of capitalism (greater efficiencies, raised productivity etc) which produces unemployment, rendering more and more workers useless: what should be a blessing – less hard labour needed – becomes a curse. Or, to put it differently, the chance of being exploited in a long-term job is now experienced as a privilege. The world market, as Fredric Jameson has put it, is now ‘a space in which everyone has once been a productive labourer, and in which labour has everywhere begun to price itself out of the system’. In the ongoing process of capitalist globalisation, the category of the unemployed is no longer confined to Marx’s ‘reserve army of labour’; it also includes, as Jameson describes, ‘those massive populations around the world who have, as it were, “dropped out of history”, who have been deliberately excluded from the modernising projects of First World capitalism and written off as hopeless or terminal cases’: so-called failed states (Congo, Somalia), victims of famine or ecological disaster, trapped by pseudo-archaic ‘ethnic hatreds’, objects of philanthropy and NGOs or targets of the ‘war on terror’. The category of the unemployed has thus expanded to encompass vast ranges of people, from the temporarily unemployed, through to the no longer employable and permanently unemployed, to the inhabitants of ghettos and slums (all those often dismissed by Marx himself as ‘lumpen-proletarians’), and finally to the whole populations or states excluded from the global capitalist process, like the blank spaces on ancient maps.
Some say that this new form of capitalism provides new possibilities for emancipation. This at any rate is the thesis of Hardt and Negri’s Multitude, which tries to radicalise Marx, who held that if we just cut the head off capitalism we’d get socialism. Marx, as they see it, was historically constrained by the notion of centralised, automated and hierarchically organised mechanical industrial labour, with the result that he understood ‘general intellect’ as something rather like a central planning agency; it is only today, with the rise of ‘immaterial labour’, that a revolutionary reversal has become ‘objectively possible’. This immaterial labour extends between two poles: from intellectual labour (production of ideas, texts, programs etc) to affective labour (carried out by doctors, babysitters and flight attendants). Today, immaterial labour is ‘hegemonic’ in the sense in which Marx proclaimed that, in 19th-century capitalism, large industrial production was hegemonic: it imposes itself not through force of numbers but by playing the key, emblematic structural role. What emerges is a vast new domain called the ‘commons’: shared knowledge and new forms of communication and co-operation. The products of immaterial production aren’t objects but new social or interpersonal relations; immaterial production is bio-political, the production of social life.
Hardt and Negri are here describing the process that the ideologists of today’s ‘postmodern’ capitalism celebrate as the passage from material to symbolic production, from centralist-hierarchical logic to the logic of self-organisation and multi-centred co-operation. The difference is that Hardt and Negri are effectively faithful to Marx: they are trying to prove that Marx was right, that the rise of the general intellect is in the long term incompatible with capitalism. The ideologists of postmodern capitalism are making exactly the opposite claim: Marxist theory (and practice), they argue, remains within the constraints of the hierarchical logic of centralised state control and so can’t cope with the social effects of the information revolution. There are good empirical reasons for this claim: what effectively ruined the Communist regimes was their inability to accommodate to the new social logic sustained by the information revolution: they tried to steer the revolution making it into yet another large-scale centralised state-planning project. The paradox is that what Hardt and Negri celebrate as the unique chance to overcome capitalism is celebrated by the ideologists of the information revolution as the rise of a new, ‘frictionless’ capitalism.
Hardt and Negri’s analysis has some weak points, which explain how capitalism has been able to survive what should have been (in classic Marxist terms) a new organisation of production that rendered it obsolete. They underestimate the extent to which today’s capitalism has successfully (in the short term at least) privatised the general intellect itself, as well as the extent to which, more than the bourgeoisie, workers themselves are becoming superfluous (with greater and greater numbers of them becoming not just temporarily unemployed but structurally unemployable).
If the old capitalism ideally involved an entrepreneur who invested (his own or borrowed) money into production that he organised and ran and then reaped the profit, a new ideal type is emerging today: no longer the entrepreneur who owns his company, but the expert manager (or a managerial board presided over by a CEO) who runs a company owned by banks (also run by managers who don’t own the bank) or dispersed investors. In this new ideal type of capitalism, the old bourgeoisie, rendered non-functional, is refunctionalised as salaried management: the new bourgeoisie gets wages, and even if they own part of their company, they earn stocks as part of their remuneration for their work (‘bonuses’ for their ‘success’).
This new bourgeoisie still appropriates surplus value, but in the (mystified) form of what has been called ‘surplus wage’: they are paid rather more than the proletarian ‘minimum wage’ (an often mythic point of reference whose only real example in today’s global economy is the wage of a sweatshop worker in China or Indonesia), and it is this distinction from common proletarians which determines their status. The bourgeoisie in the classic sense thus tends to disappear: capitalists reappear as a subset of salaried workers, as managers who are qualified to earn more by virtue of their competence (which is why pseudo-scientific ‘evaluation’ is crucial: it legitimises disparities in earnings). Far from being limited to managers, the category of workers earning a surplus wage extends to all sorts of experts, administrators, public servants, doctors, lawyers, journalists, intellectuals and artists. The surplus they get takes two forms: more money (for managers etc), but also less work and more free time (for – some – intellectuals, but also for state administrators etc).
The evaluative procedure that qualifies some workers to receive a surplus wage is an arbitrary mechanism of power and ideology, with no serious link to actual competence; the surplus wage exists not for economic but for political reasons: to maintain a ‘middle class’ for the purpose of social stability. The arbitrariness of social hierarchy is not a mistake, but the whole point, with the arbitrariness of evaluation playing an analogous role to the arbitrariness of market success. Violence threatens to explode not when there is too much contingency in the social space, but when one tries to eliminate contingency. In La Marque du sacré, Jean-Pierre Dupuy conceives hierarchy as one of the four procedures (‘symbolic dispositifs’) whose function is to make the relationship of superiority non-humiliating: hierarchy itself (an externally imposed order that allows me to experience my lower social status as independent of my inherent value);demystification (the ideological procedure that demonstrates that society is not a meritocracy but the product of objective social struggles, enabling me to avoid the painful conclusion that someone else’s superiority is the result of his merits and achievements); contingency (a similar mechanism, by which we come to understand that our position on the social scale depends on a natural and social lottery; the lucky ones are those born with the right genes in rich families); and complexity(uncontrollable forces have unpredictable consequences; for instance, the invisible hand of the market may lead to my failure and my neighbour’s success, even if I work much harder and am much more intelligent). Contrary to appearances, these mechanisms don’t contest or threaten hierarchy, but make it palatable, since ‘what triggers the turmoil of envy is the idea that the other deserves his good luck and not the opposite idea – which is the only one that can be openly expressed.’ Dupuy draws from this premise the conclusion that it is a great mistake to think that a reasonably just society which also perceives itself as just will thereby be free of all resentment: on the contrary, it is precisely in such a society that those who occupy inferior positions will find an outlet for their hurt pride in violent outbursts of resentment.
Connected to this is the impasse faced by today’s China: the ideal goal of Deng’s reforms was to introduce capitalism without a bourgeoisie (since they would be the new ruling class); now, however, China’s leaders are making the painful discovery that capitalism without a stable hierarchy (brought about by the existence of a bourgeoisie) generates permanent instability. So what path will China take? The former Communists, meanwhile, are emerging as the most efficient managers of capitalism because their historical enmity towards the bourgeoisie as a class perfectly fits the tendency of today’s capitalism to become a managerial capitalism without a bourgeoisie – in both cases, as Stalin put it long ago, ‘cadres decide everything.’ (An interesting difference between today’s China and Russia: in Russia, university teachers are ridiculously underpaid – they are de facto already part of the proletariat – while in China they are comfortably provided with a surplus wage as a means to guarantee their docility.)
The notion of surplus wage also throws new light on the ongoing ‘anti-capitalist’ protests. In times of crisis, the obvious candidates for ‘belt-tightening’ are the lower levels of the salaried bourgeoisie: political protest is their only recourse, if they are to avoid joining the proletariat. Although their protests are nominally directed at the brutal logic of the market, they are in effect protesting against the gradual erosion of their (politically) privileged economic place. Ayn Rand has a fantasy in Atlas Shruggedof striking ‘creative’ capitalists, a fantasy that finds its perverted realisation in today’s strikes, which are mostly strikes on the part of a ‘salaried bourgeoisie’ driven by fear of losing their privilege (their surplus over the minimum wage). These are not proletarian protests, but protests against the threat of being reduced to proletarians. Who dares strike today, when having a permanent job has itself become a privilege? Not low-paid workers in (what remains of) the textile industry etc, but those privileged workers with guaranteed jobs (teachers, public transport workers, police). This also accounts for the wave of student protests: their main motivation is arguably the fear that higher education will no longer guarantee them a surplus wage in later life.
At the same time it is clear that the huge revival of protests over the past year, from the Arab Spring to Western Europe, from Occupy Wall Street to China, from Spain to Greece, should not be dismissed as merely a revolt of the salaried bourgeoisie. Each case has to be taken on its own merits. The student protests against university reform in the UK were clearly different from August’s riots, which were a consumerist carnival of destruction, a true outburst of the excluded. One can argue that the uprisings in Egypt began in part as a revolt of the salaried bourgeoisie (educated young people protesting about their lack of prospects), but this was only one aspect of a larger protest against an oppressive regime. On the other hand, the protest hardly mobilised poor workers and peasants and the electoral victory of the Islamists is an indication of the narrow social base of the original secular protest. Greece is a special case: in the last decades, a new salaried bourgeoisie (especially in the over-extended state administration) was created thanks to EU financial help and loans, and the protests were motivated in large part by the threat of losing this privilege.
Meanwhile, the proletarianisation of the lower salaried bourgeoisie is accompanied at the opposite extreme by the irrationally high remuneration of top managers and bankers. This remuneration is economically irrational since, as investigations have demonstrated in the US, it tends to be inversely proportional to a company’s success. Rather than submit these trends to moralising criticism, we should read them as signs that the capitalist system itself is no longer able to find any level of self-regulated stability – it threatens, in other words, to run out of control.
Πηγή: You pay your crisis
Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012
"Φιλομνημονιακοί" - "Αντιμνημονιακοί" σε Μαραθώνειο Διάλογο 10 ωρών!!!
Η ημερίδα θα ξεκινήσει στις 10πμ και θα τελειώσει 8μμ το βράδυ (10 ώρες δηλαδή) με τα ανάλογα διαλείμματα στο ενδιάμεσο.
Θέμα:
”Η Ελλάδα μπορεί να εξέλθει της κρίσης με τις δικές της δυνάμεις”
Ομιλητές θα είναι:
Γ.Κεσάριος, Π. Γεννηματάς, Γ. Κατρούγκαλος, Α. Κιντής, Ν. Λυγερός, Ν. Μαριάς, Δ. Μπουραντάς και Ι. Σακκάς.
Συντονιστές θα είναι οι Ν. Καραβαζάκης και Σ. Σμυρλής.
Πρωτότυπο αν μη τι άλλο......
Ένα χαρούμενο Κυριακάτικο απόγευμα για τον οπαδό χούλιγκαν του ιστολογίου για το 2-3
1-1
2-2
2-3
Και ρεπορτάζ εξέδρας
Το ρεπορτάζ από το apollon1891.gr:
ΑΠΟΛΛΩΝ ΣΜΥΡΝΗΣ: Κόης, Αντωνίου (20' λ.τρ. Μαρίνου), Κοροβέσης, Κισκαμπάνης, Κύργιας, Σαββίδης, Διαμάντης, Μπιλίτσης, Τσιλιγκίρης (81' Μπιμπίρης), Καραδέμητρος, Λαζανάς (90'+1 Ζαχαρόπουλος).
ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ: Μπαντίκος, Χαλκιάς (83' Γρίβας), Καλαϊτζίδης (69' Σουλελές), Βασιλάκος, Σάμιος (76' Μπερνιδάκης), Αλεξίου, Σούφλας, Μηνάς, Κουμεντάκος, Ερρίκος, Λύγκος.
- 2': Λάθος συνεννόηση στην άμυνα του Απόλλωνα, παρεμβαίνει ο Λύγκος, πιάνει το διαγώνιο σουτ, αλλά η μπάλα φεύγει άουτ...
- 10': Τσιλιγκίρης σέντρα από τα αριστερά στην καρδιά της άμυνας της Προοδευτικής, ο Καραδέμητρος επιχειρεί το απευθείας, δεν το πιάνει καλά, η μπάλα φτάνει στον Λαζανά, σουτ πάνω από τα δοκάρια.
- 12': Λύγκος μπήκε από τα δεξιά στην περιοχή του Απόλλωνα, έβγαλε για τον Σούφλα, το σουτ του έφυγε αργά λίγο έξω από το δεξί κάθετο δοκάρι του Κόη.
- 19: Σουτ Μηνά έξω από την περιοχή του Απόλλωνα, η μπάλα ψηλά άουτ.
- 20': Αναγκαστική αλλαγή για τον Απόλλωνα. Ο Μαρίνου στη θέση του Αντωνίου.
- 21': Απευθείας εκτέλεση φάουλ Καραδέμητρου πλάγια και δεξιά από τα 30 μέτρα, η μπάλα φεύγει πάνω από την εστία της Προοδευτικής.
- 24': Καλοτραβηγμένη εκτέλεση φάουλ από τον Σούφλα δεξιά από το ημικύκλιο της περιοχής του Απόλλωνα, η μπάλα φεύγει άουτ.
- 27': Ο Καραδέμητρος από το χώρο του κέντρου και δεξιά βλέπει και βγάζει αριστερά στον Διαμάντη, που μπαίνει στην περιοχή, πιάνει το διαγώνιο σουτ, αλλά η μπάλα φεύγει άουτ.
- 30': Λύγκος από τα δεξιά πιάνει τη λόμπα έξω από την περιοχή του Απόλλωνα, η μπάλα φεύγει άουτ.
- 31': Διαγώνιο σουτ Τσιλιγκίρη από τα αριστερά, μπλοκάρει ο Μπαντίκος προ του Διαμάντη.
- Με συμπληρωμένα 32 λεπτά αγώνα, ο αγώνας έχει πολύ καλό ρυθμό, με την Προοδευτική να έχει μπει πολύ καλά στον αγωνιστικό χώρο, να είναι επικίνδυνη και να στέκεται καλύτερα σε σχέση με τον Απόλλωνα.
- 33': Κίτρινη κάρτα ο Μηνάς.
- 35': Κίτρινη κάρτα ο Κοροβέσης.
- 40': Σαββίδης έβγαλε για τον Καραδέμητρο, πλασέ μέσα από την περιοχή, μπλόκαρε ο Μπαντίκος.
- 41': ΓΚΟΛ για τον ΑΠΟΛΛΩΝΑ. Λάθος Ερρίκου από τα δεξιά, κλέβει ο Μπιλίτσης, ο οποίος ανοίγει μέσα στην περιοχή για τον Τσιλιγκίρη, που ταχύτατα από το ύψος του πέναλτι πλασάρει τον Μπαντίκο και ανοίγει το σκορ για τον Απόλλωνα.
- 43': ΓΚΟΛ για την ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ. Καλαϊτζίδης εκτελεί κόρνερ πλασαριστά για τον Χαλκιά, που δίνει ξανά στον Καλαϊτζίδη για να βγάλει τη σέντρα, η μπάλα φτάνει στον Κουμεντάκο, ο οποίος, εκμεταλλευόμενος την αδράνεια της άμυνας του Απόλλωνα και ανενόχλητος από κοντά, με πλασέ ισοφαρίζει σε 1-1.
Λήξη α' ημιχρόνου.
- 46': Μαρίνου από τα δεξιά και πλάγια σεντράρει, ο Αλεξίου βρίσκει την μπάλα με το χέρι μέσα στην περιοχή και διώχνει σε κόρνερ, "παίζετε" λέει ο διαιτητής Μπουρμασόπουλος, που δεν βλέπει την παράβαση. Διαμαρτυρίες των παικτών του Απόλλωνα για πέναλτι.
- 53': Λύγκος από τα δεξιά κινείται παράλληλα με τη γραμμή, ξεφεύγει από τον Σαββίδη και το τάκλινγκ που επιχειρεί, βγάζει από το ύψος του κόρνερ τη σέντρα, ο Σούφλας δεν προλαβαίνει να βρει την μπάλα μόνος από θέση βολής.
- 57': Κίτρινη κάρτα ο Τσιλιγκίρης.
- 59': Δοκάρι για την Προοδευτική. Σέντρα Μηνά από τα δεξιά, σουτ Καλαϊτζίδη, η μπάλα τραντάζει το οριζόντιο δοκάρι του Κόη.
- 62': ΓΚΟΛ για τον ΑΠΟΛΛΩΝΑ. Φάουλ Καραδέμητρου από τα αριστερά στην περιοχή της Προοδευτικής, ο Σούφλας διώχνει καθαρά με το χέρι, ο διαιτητής δίνει αμέσως το πέναλτι, την εκτέλεση ο Λαζανάς και 2-1 για την "Ελαφρά Ταξιαρχία".
- 69': Αλλαγή για την Προοδευτική. Ο Σουλελές αντί του Καλαϊτζίδη.
- 70': Κόκκινη για τον Απόλλωνα. Ο Κοροβέσης ανακόπτει τον Σουλελέ πλάγια και αριστερά, ο διαιτητής δείχνει κίτρινη κάρτα στον παίκτη, που είναι η δεύτερη, και ο Απόλλων μένει με δέκα.
- 75': Ο Λύγκος μπαίνει από τα δεξιά στην περιοχή του Απόλλωνα επιτηρούμενος από τον Κισκαμπάνη και πέφτει. Κίτρινη κάρτα για θέατρο δείχνει ο διαιτητής. Διαμαρτυρίες των παικτών της Προοδευτικής για πέναλτι.
- 76': Αλλαγή για την Προοδευτική. Ο Μπερνιδάκης αντί του Σάμιου.
- 81': Αλλαγή για τον Απόλλωνα. Ο Μπιμπίρης αντί του Τσιλιγκίρη.
- 83': Αλλαγή για την Προοδευτική. Ο Γρίβας αντί του Χαλκιά.
- 89': ΓΚΟΛ για την ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ. Μονοκόμματο σουτ Σούφλα από το ημικύκλιο της περιοχής του Απόλλωνα, η μπάλα βρίσκει και στο σώμα του Καράδεμητρου και καταλήγει στα δίχτυα του Κόη.
- 90'+1: Αλλαγή για τον Απόλλωνα. Ο Ζαχαρόπουλος αντί του Λαζανά.
- 90'+1: Δοκάρι για τον Απόλλωνα. Κόρνερ για τον Απόλλωνα με τον Καραδέμητρο, κεφαλιά Κύργια, η μπάλα χτυπά στο οριζόντιο δοκάρι της Προοδευτικής.
- 90'+4: ΓΚΟΛ για την ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ. Λύγκος από τα δεξιά μπαίνει στην περιοχή του Απόλλωνα, κάνει τη σέντρα-σουτ, διώχνει προσωρινά ο Κόης και στην προσπάθειά του να απομακρύνει οριστικά ο Σαββίδης στέλνει την μπάλα στα δίχτυα του Απόλλωνα.
Τελικό αποτέλεσμα 2-3.
Και οι δηλώσεις των προπονητών από το apollon1891.gr
Μαργαρίτης Χατζηαλέξης: "Είναι τιμή μου και μόνο που είμαι εδώ δίπλα στον κ. Σταθόπουλο. Είναι τιμή μου που είμαι στη Ριζούπολη με αντίπαλο τον Απόλλωνα. Είναι η πρώτη φορά που δουλεύω επαγγελματικά. Ξέραμε τι ζητούσαμε στο γήπεδο, απέναντι σε μια από τις καλύτερες ομάδες της κατηγορίας. Ρισκάραμε στο τέλος και μας βγήκε. Εύχομαι ο Απόλλων να βγει, να ανέβουμε και οι δύο...
Συγχαρητήρια στους παίκτες μου, αυτοί είναι τα εργαλεία μου. Αυτοί με κάνουν μάγκα...
Στην αλλαγή του Σουλελέ, εκεί που έγινε η αποβολή, κρίθηκε το παιχνίδι. Βέβαια, είναι κρίμα για τον Απόλλωνα στο τέλος, αλλά επιτυχία για μας".
Στάθης Σταθόπουλος: "Να ευχαριστήσω τον Μαργαρίτη Χατζηαλέξη για τα καλά του λόγια, καλή επιτυχία. Ασφαλώς μια ήττα μέσα στην έδρα σου δεν είναι καλό αποτέλεσμα. Παίχτηκε ποδόσφαιρο σήμερα... Οι δύο ομάδες δικαιολόγησαν τη θέση τους. Προηγηθήκαμε με μια πολύ ωραία εκτέλεση, αλλά ισοφαριστήκαμε. Προηγήθηκαμε ξανά, έγινε η αποβολή του Κοροβέση, η Προοδευτική πρόσθεσε πολλούς επιθετικούς και ψηλούς παίκτες στη συνέχεια... Ακόμα και στο τέλος το δοκάρι του Κύργια ίσως θα άλλαζε το ματς. Το γκολ που δεχθήκαμε στο τέλος ήταν μια άτυχη στιγμή. Είμαστε δυνατοί και οι ομάδες φαίνονται στις δύσκολες στιγμές. Συνεχίζουμε... Ήταν σημαντική η φάση της αποβολής. Ο Μπιλίτσης μού ζήταγε αλλαγή και δεν είχα μικρό. Μέσα σε δύο ημέρες έχασα τρεις μικρούς. Ήρθαν όλα εις βάρος μας, συνεχίζουμε. Έχουμε μεγάλο όνομα και πείρα ως ομάδα, δεν μας παίρνει από κάτω. Συνεχίζουμε. Προσπαθήσαμε να παίξουμε καθαρό ποδόσφαιρο, νομίζω ότι οι δύο ομάδες βοήθησαν το διαιτητή και είχε εύκολο έργο".
Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2012
Η.Καραβόλιας:Για την παρέμβαση Τσακαλώτου στο άρθρο Ανδριανόπουλου.
Ηλίας Καραβόλιας
Α.Ανδριανόπουλος:
Σκουπίδια για το 2012: Ha-Joon Chang, 23 Things They Don’t Tell You About Capitalism. London: Penguin Books, 2010
Με την οικονομική κρίση έχει γίνει μόδα η επίθεση εναντίον των συστημάτωων που υποτίθεται την προκάλεσαν. Η Νάομι Κλάιν αποτύπωσε μια σχετική μυθολογία στο «Δόγμα του Σοκ» όπου γεγονότα παντρεύονται με εικασίες κάτω από ένα υπόβαθρο θριλερικής αναζήτησης του κακού. Που δεν θα μπορούσε να είναι άλλος βέβαια από τον Μίλτον Φρήντμαν, γκουρού των ελεύθερων αγορών και θεμελιωτή, κατά κάποιο τρόπο, της οικονομικής Σχολής του Σικάγο. Αλλοι θεωρητικοί πέρασαν επίσης στην καταδίκη των ασύδοτων κι’ ανεξέλεγκτων αγορών που δίχως κανόνες υποτίθεται πως εξουθενώνουν τις ασθενείς οικονομικά τάξεις και βαθαίνουν τα πλούτη των ισχυρών. Δίχως ίχνος λογικής επιχειρηματολογίας, με αφορισμούς και καταγγελίες οι συγγραφείς αυτοί επιχειρούν να κεφαλαιοποιήσουν πάνω στην εύλογη αγωνία του κόσμου αγνοώντας στοιχεία και πραγματικότητες. Οι αγορές ήσαν αυτές που έβγαλαν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της γής από την φτώχεια και την αθλιότητα δημιουργώντας πλούτο και ευημερία για πλήθη που μέχρι πρόφατα υποσιτίζονταν και ζούσαν στο περιθώριο των οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων. Η αντικειμενική διαπίστωση είναι πως όσο μεγαλύτερο είναι το άνοιγμα της αγοράς στις ελεύθερες επιλογές των πολιτών τόσο μεγαλύτερος πλούτος επισκέφθηκε την χώρα που το απολαμβάνει. Οι μοναδικές χώρες που έμειναν πίσω είναι αυτές που εξακολουθούν να είναι κλεισμένες στις καταβολές των σοσιαλιστικών οραματισμών για ισότητα. Που οδηγούν όμως με μαθηματική ακρίβεια σε όλο και μεγαλύτερη δυστυχία.
Η πρόσφατη οικονομική κρίση επέτρεψε όμως σε πολλούς αμφισβητίες της οικονομίας της αγοράς να ξιφουλκίσουν ενάντια στην λογική του δημοκρατικού καπιταλισμού. Αφού η κρίση ξεσπασε στην Αμερική και πέρασε γοργά στην Βρετανία, στην Ιρλανδία και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, αυτονόητα - για κάποιους - είναι το ίδιο το σύστημα που φταίει κι όχι ο τρόπος χρησιμοποίησης του – ακόμη και οι διαστρευλώσεις του. Οι Τράπεζες, ημικρατικές κατά κύριο λόγο όπως οι Φάννυ Μέη και Φρέντυ Μακ στις ΗΠΑ, που διέθεταν δάνεια – βάσει σχετικού νόμου – σε καινούργιους ιδιοκτήτες ακινήτων που δεν διέθεταν τις σχετικές περιουσιακές εγγυήσεις ήσαν ανεξέλεγκτες κι αρρύθμισυες προκαλώντας την σχετική φούσκα; Και δεν ήταν η σχετική κρατική πολιτική που επέμενε – με απειλές ποινικών κυρώσεων μάλιστα - στην δανειοδότηση από τις Τράπεζες άπορων μαύρων αντί των εύπορων λευκών; Ακούγομαι λίγο σαν παλιός κομμουνιστής που απολογείται για κάτι που έχει αποδειγμένα αποτύχει. Ο καπιταλισμός όμως, επιμένω, δεν απέτυχε. Εχω τόσες φορές ακούσει τα τελευταία χρόνια θριαμβολογίες για την κατάρρευσή του που δεν έχω εμπιστοσύνη σε κανένα πλέον προφήτη. Αυτοί που σίγουρα απέτυχαν τραγικά είναι οι ψοφοδεείς πολιτικές ηγεσίες που στο όνομα της εξαγοράς ψήφων λησμονούν κάθε ορθολογικό οικονομικό δεδομένο.
Πάνω στο κλίμα αυτό ήταν αναπόφευκτο πως θα ερχόταν κι ένα βιβλίο από ένα σθεναρό απολογητή του οικονομικού προστατευτισμού και της κρατικής βιομηχανικής πολιτικής, γιατι αυτά ακριβώς διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Cambridge ο συγγραφέας των “23 Things…” Ha-Joon Chang , για να κατακεραυνώσει τις κατά τη γνώμη σφαλερές ιδέες που κυκλοφορούν για την οικονομία της αγοράς. Σε ένα κλίμα κατ’ αρχήν που ο καπιταλισμός δύσκολα βρίσκει καταφύγιο από τις εκτοξευόμενες εναντίον του κατηγορίες είναι ο Chang αξιοθαύμαστος που βρίσκει αλήθειες – πληγές για την γούνα του δηλ. – που ακαδημαικοί και δημοσιογράφοι μας κρύβουν με επιμέλεια. Και ποιές ακριβώς είναι αυτές οι αλήθειες; Δυστυχώς η Κάμπελ το έχει ήδη γράψει το θρίλερ της για το «Σοκ» ώστε να βρεί νέες αναπάντεχες εξελίξεις στην αφήγησή της. Θα σταχυολογήσω μερικές από τις “αποκαλύψεις” του Chang.
Δεν υπάρχει ελεύθερη αγορά. Ολα τα σχετικά αποτελούν μύθο. Πως το κατάλαβε; Καλά θα έκανε να το ψιθυρίσει στ’ αυτί των διαπύρσιων κηρύκων των δήθεν φιλολαικών πολιτικών των παροχών στην Ελλάδα που καταγγέλουν για τα πάντα τον νεοφιλελευθερισμό (Παπαρήγα, Μανώλης, Τσίπρας και η ευρύτερη παρέα τους). Ο Chang μας λέει, σιγά την αποκάλυψη, πως δεν την θέλουν οι ίδιοι οι επιχειρηματίες. Το έχει πεί και ο Φρήντμαν αυτό και γράφτηκε ολόκληρο βιβλίο να το αποδείξει , των Raghuram, G. Rajan και Luigi Zingales, Saving Capitalism from the Capitalists (Νέα Υόρκη, Random House, 2003). Τι «αποκαλύπτει» λοιπόν ο Chang;
Οι εταιρίες και οι επιχερήσεις δεν θα πρέπει να φροντίζουν τα συμφέροντα των μετόχων και ιδιοκτητών τους, μας λέει. Δηλαδή να βάζουν κάποιοι χρήματα και ο φορέας που τα εισπράττει να μην νοιάζεται για τις επιδίωξεις τους. Σας μοιάζει λογικό κάτι τέτοιο; Ακόμη κι’ ο Φωτόπουλος της ΔΕΗ φωνάζει για τον λαό υποτίθεται, αλλά όμως κουβέντα δεν κάνει για τα 600 δις ευρώ που, με νόμο του φορομπήχτη σημερινού Υπουργού Οικονομικών, μπαίνουν ετήσια από το κράτος στο Ταμείο των εκεί εργαζομένων.
Στις πλούσιες χώρες, μας λέει, πληρωνόμαστε πιό πολλά από τους υπόλοιπους κατοίκους της γής. Λες και δεν το ξέραμε!! Διαφορετικά θα τρέχαμε να μεταναστεύσουμε στο Μπανγκλαντές. Δεν κάναμε τίποτα για να το αξίζουμε, μας υπενθυμίζει ο Chang. Και ποιός εφηύρε τις νεωτεριστικές μεθόδους αύξησης της βιομηχανικής αλλά και της γεωργικής παραγωγής – μήπως οι κάτοικοι του Κονγκό; Αν οι επιχειρήσεις δεν φρόντιζαν τους μετόχους τους θα είχε γίνει ποτέ καμία παρόμοια ανακάλυψη; Πόσες έχουν γίνει στην Μποστουάνα, την Ουγγαρία, την Κούβα και την Λαική Δημοκρατία της Μογγολίας; Για να αναφέρω λίγα μόλις παραδείγματα...
Επισημαίνει επίσης πως το air conditioning και το πλυντήριο υπήρξαν σημαντικότερα από το Ιντερνέτ και το Twitter. Kαι ποιός είπε όχι; Ομως κι’ αυτά προήλθαν από εγκεφάλους που δούλευαν σε συνθήκες ανταγωνισμού με στόχο το κέρδος. Στον αέρα λοιπόν οι προηγούμενες δήθεν αλήθειες. Αν θεωρείς, μας λέει ο Chang, πως οι άνθρωποι είναι κακοί υποτιμάς την ανθρώπινη φύση και χάνεις πόρους. Ενα 30% είναι πάντα καλό και οφείλεις να το φροντίζεις. Μα ο Francis Fukuyama στο βιβλίο του Trust: The Social Virtues and the Creation of Prosperity (Νέα Υόρκη, The Free Press, 1996) αυτό ακριβώς επισημαίνει. Πως ο καπιταλισμός της αγοράς χτίσθηκε με μεγάλη επιτυχία εκεί ακριβώς που η εμπιστοσύνη στην καλή πίστη του αντισυμβαλλόμενου έχτιζε κλίμα καλών οικονομικών σχέσεων και σταθερών συμβολαίων. Τι ακριβώς λοιπόν μας «αποκαλύπτει» ο Chang;
Τέτοιες κενοτυπίες πλημμυρίζουν το βιβλίο του Κορεάτη καθηγητή. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν κατά την γνώμη μου βασικά δύο του επιχειρήματα. Το ένα αφορά τον προστατευτισμό. Κανένας δεν αναπτύχθηκε σε πραγματικές συνθήκες ελεύθερου εμπορίου και ανοιχτού ανταγωνισμού, μας λέει. Δεν συμφωνεί όμως μαζί του η ιστορία. Η Ιαπωνία πήρε μπρός με προστατευτισμό. Και με αμερικανική ομπρέλα. Αλλά αγκαλιά με αυτόν κατέρρευσε. Κι ακόμη αγκομαχά. Οι ΗΠΑ, όταν οι συνθήκες των διεθνών ανοιχτών αγορών ήσαν ανύπαρκτες, προστάτευαν πράγματι τομείς της βιομηχανίας τους. Οταν όμως το επιχείρησαν επί παγκοσμιοποίησης και Προέδρου George Bush Jr, η οικονομία τους περίπου κατέρρευσε. Δεκάδες συγγραφείς τον είχαν από τότε προειδοποιήσει, λ.χ. o Stephen Slivinski, Buck Wild: How Republicans Blew the Bank and Became the Party of Big Government , (Nelson, 2006). Και τελικά ήλθε ο Ομπάμα, με συμβούλους τον Stiglitz και τον Krugman. Ο Θεός να μας φιλάει. Η Κίνα λ.χ. αναπτύχθηκε λόγω ανοιχτών αγορών. Οι παρεμβάσεις της όμως στον τομέα του νομίσματος κι ο προστατευτισμός της συμβάλλουν τώρα σε μεγάλες δυσκολίες και πιθανά αδιέξοδα.
Οι απόψεις του επίσης για το κεφάλαιαο είναι τουλάχιστον περίεργες. Το Κεφάλαιο έχει εθνικότητα μας λέει, διεύθυνση και αριθμό κατοικίας. Ναι, άλλά τα Hedge Funds και τα Μutual Funds μπορεί να είναι κατ’ εξοχήν πολυεθνικά. Οπως και τόσα άλλα σύνθετα χρηματοπιστωτικά προιόντα. Το κυριότερο όμως είναι τα περίφημα Sovereign Wealth Funds. Που είναι κρατικά και παίζουν περίεργα παιχνίδια. Με τίποτα αυτά δεν μπαίνουν στην εξίσωση των απόψεων του Chang. Κινούνται με διαφορετική λογική και χρησιμοποιούν την οικονομική δύναμη για πολιτικο-στρατηγικούς στόχους.
Κοντολογής, η εποχή ενδείκνυται για μελέτες - κράχτες που υποδηλώνουν εγκυρότητα αλλά στοχεύουν απλά και μόνο στην συναισθηκατική φόρτιση των ημερών. Παλιότερα είχε κάνει μεγάλη επιτυχία ένα σχετικά προφητικό βιβλίο για το 1979 – The Crash of '79 του Paul Erdman (Νέα Υόρκη, Sphere, 1978). Σήμερα δυστυχώς βγαίνουν πολλά κατά την εκτίμησή μου σκουπίδια για το 2012
Ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, ο σοβιετικός μαρξισμός, και τα οικονομικά του σαλονιού
Του Ευκλείδη Τσακαλώτου
Στο βιβλίο του για τις κυρίαρχες τάσεις του Μαρξισμού, ο Leszek Kolakowski σατίρισε ασύστολα τη σοβιετική προσέγγιση στη φιλοσοφία στην εποχή του Στάλιν – ή, τουλάχιστον, τη φιλοσοφία που διδασκόταν στα κομματικά σχολεία. Καμία φιλοσοφική θέση δεν παρουσίαζε δυσκολία, αν την έβλεπε κανείς από τη σωστή οπτική γωνιά. Για παράδειγμα, ο Καντ μας λέει ότι δεν μπορείς να ξέρεις τίποτα αυτό καθαυτό, αλλά οι απλοί σοβιετικοί πολίτες ξέρουνε τόσα πράγματα - οπότε ξεμπερδέψαμε με τον Καντ. Άλλοι αστοί φιλόσοφοι ισχυρίζονται ότι «το τραπέζι είναι μέσα στο κεφάλι μου»· αλλά ποιος σοβιετικός πολίτης δεν ξέρει ότι το τραπέζι είναι εδώ και το κεφάλι μου κάπου εντελώς αλλού; Με τέτοιες απλές αντιπαραθέσεις, σε σχεδόν κατηχητικό τόνο, κάθε στέλεχος εφοδιαζόταν με επιχειρήματα για να αντιμετωπίσει ανά πάσα στιγμή τον ταξικό αντίπαλο, χωρίς ποτέ να χρειαστεί να ανατρέξει στους ίδιους τους φιλοσόφους.
Είναι κρίμα που ο Kolakowski δεν είναι πια μαζί μας για να σατιρίσει και άλλα δείγματα της ίδιας προσέγγισης. Αυτή η σκέψη μου ήρθε διαβάζοντας το άρθρο του Ανδρέα Ανδριανόπουλου «Η κοινοτοπία ως οικονομική θεωρία» στο τελευταίο τεύχος του books’ journal. Επίσης μου επαναεπιβεβαιώθηκε το πόσο μοιάζουν ο νεοφιλελευθερισμός και οι πιο χοντροκομμένες εκδοχές του μαρξισμού. Υποτίθεται ότι το κείμενο παρουσιάζει μια κριτική για το βιβλίο του Χα-Τζουν Τσανγκ για τις 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό (εκδόσεις Καστανιώτη). Σε φορμαλιστικό επίπεδο η δομή της επιχειρηματολογίας του Ανδριανόπουλου παρουσιάζει μια εντυπωσιακή ομοιότητα με αυτή που σατίριζε ο Kolakowski. Μερικά παραδείγματα: ο Τσανγκ μας λέει ότι το κεφάλαιο έχει πατρίδα, αλλά ποιος δεν ξέρει ότι τα hedge funds μπορούν να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους σε οποιοδήποτε σημείο της γης; Ο Τσανγκ ισχυρίζεται ότι δεν αξίζουμε εμείς στη δύση να πληρωνόμαστε πιο πολλά από τους υπόλοιπους κατοίκους της Γης, αλλά «ποιος εφηύρε τις νεωτεριστικές μεθόδους αύξησης της βιομηχανικής και γεωργικής παραγωγής – μήπως οι κάτοικοι του Κονγκό;» Με αυτό τον τρόπο, η νεοφιλελεύθερη οικογένεια ξεμπερδεύει με τα «σκουπίδια» τύπου Τσανγκ και οπλίζεται με θεωρητικά όπλα για να αντιμετωπίσει τους πολέμιους του καπιταλισμού που ξεφύτρωσαν χωρίς λόγο, όπως ισχυρίζεται ο Ανδριανόπουλος, μετά την κρίση του 2008.
Το εντυπωσιακό είναι η βαθύτατη άγνοια που αποδεικνύει ο Ανδριανόπουλος για τα θέματα με τα οποία πιάνεται ο Τσανγκ. Για παράδειγμα το αν το κεφάλαιο έχει πατρίδα ή όχι είναι κάτι που συζητιέται, στην ορθόδοξη και ετερόδοξη οικονομική σκέψη, εδώ και εκατό χρόνια, και η βιβλιογραφία επί του θέματος είναι τεράστια. Η προσέγγιση του Τσανγκ είναι ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι πιο ριζωμένες στη χώρα όπου αναδειχθήκαν από ό,τι ισχυρίζονται πολλοί νεοκλασικοί αλλά και μαρξιστές οικονομολόγοι – είναι ενσωματωμένες (embedded) σε διάφορα ερευνητικά, τεχνολογικά, πολιτιστικά και άλλα δίκτυα, και, γι’ αυτό το λόγο, δεν μπορούν εύκολα να αποδεσμευτούν. Μια συνέπεια αυτής της θέσης είναι ότι οι απειλές των επιχειρήσεων για μετατόπιση των δραστηριοτήτων σε άλλη περιοχή/χώρα - αν δεν συμμορφωθούν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες στις απαιτήσεις της εργοδοσίας - δεν είναι πάντα (σημειώστε το «πάντα») αξιόπιστες.
Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα: «οι εταιρίες και οι επιχειρήσεις, λέει επίσης ο Τσανγκ, δεν θα πρέπει να φροντίζουν τα συμφέροντα των μετόχων και ιδιοκτητών τους – να επενδύουν, δηλαδή, κάποιοι χρήματα και ο φορέας που τα εισπράττει να μη νοιάζεται για τις επιδιώξεις τους. Σας μοιάζει λογικό κάτι τέτοιο;» Όχι. Μόνο που ο Τσανγκ δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Ο Τσανγκ ισχυρίζεται ότι ο καπιταλισμός της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου ήταν πιο αποτελεσματικός επειδή οι επιχειρήσεις προσπαθούσαν να συμβιβάσουν τα συμφέροντα των μετόχων (καπιταλισμό είχαμε, πουθενά δεν το αρνείται ο Τσανγκ – το βιβλίο του, εξάλλου δεν είναι αντικαπιταλιστικό αλλά παρουσιάζει μια αριστερή-κεϋνσιανή κριτική του σύγχρονου καπιταλισμού), με αυτά των εργαζομένων, των κοινοτήτων όπου δραστηριοποιούνταν οι επιτηρήσεις και άλλα συμφέροντα. Στο νεοφιλελευθερισμό, συνεχίζει ο Τσανγκ, οι μάνατζερ έχουν σχεδόν την αποκλειστική μέριμνα να μεγιστοποιήσουν τις επιδόσεις των μετόχων (shareholder value). Και όπως στο πρώτο παράδειγμα, υπάρχει μια τεράστια βιβλιογραφία που συγκρίνει την αποτελεσματικότητα των δύο μορφών επιχειρησιακής διακυβέρνησης (corporate control). Σε αυτή τη βιβλιογραφία τοποθετείται και η συγκεκριμένη παρέμβαση του Τσανγκ. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος έχει ψυλλιαστεί κάτι γι’ αυτή τη συζήτηση. Μπορεί ο ίδιος να προτιμάει τη νεοφιλελεύθερη λύση, οι αναγνώστες του books’ journal όμως αξίζουν κάτι παραπάνω – να ενημερώνονται για τα επιχειρήματα με τα οποία εμπλέκεται ένα βιβλίο.
Δεν θα ξαφνιάσει κανένα ότι ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος πιστεύει πως ακόμα και για την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 ευθύνεται το κράτος, που υποτίθεται έσπρωχνε τις τράπεζες να χρηματοδοτούν στρώματα τις αμερικάνικης κοινωνίας που δεν θα μπορούσαν να αντέξουν τέτοια δάνεια. Δεν θα αντιπαραθέσω τα επιχειρήματα του Πωλ Κρούγκμαν ή του Τζόζεφ Στίγκλιτζ σε αυτή την επιχειρηματολογία. Αλλά ο Ανδριανόπουλος θα μπορούσε να συμβουλευτεί το έργο των Kenneth Rogoff και Raghuram Rajan: και οι δύο παλιά στελέχη του ΔΝΤ, και οι δύο φιλελεύθεροι (ο ένας μάλιστα και από το πανεπιστήμιο του Σικάγο), αλλά και οι δύο αναγνωρίζουν στα πρόσφατα βιβλία τους την ευθύνη του φιλελεύθερου χρηματοπιστωτικού συστήματος και το ρόλο που έπαιξε η απόφαση να μη ρυθμιστούν οι αγορές, και ιδιαίτερα αυτή των παραγώγων. Απλά να προσθέσω ότι αν αφαιρέσουμε αυτά τα δάνεια, τότε οι συνολικές επιδόσεις της νεοφιλελεύθερης περιόδου θα ήταν ακόμα πιο πενιχρές από αυτές που εμφανίζονται - οι ρυθμοί ανάπτυξης των ΗΠΑ βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό και σε αυτά τα δάνεια, χωρίς αυτά δε, θα ήταν πολύ χαμηλότεροι.
Φοβάμαι, ωστόσο, ότι τέτοια επιχειρήματα δεν θα συγκινήσουν τον Ανδριανόπουλο, για τον απλούστατο λόγο ότι κανένα εμπειρικό στοιχείο δε θα μπορούσε να ταράξει την εμπιστοσύνη του στο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα. Όπως και οι τελευταίοι θιασώτες του σοβιετικού μοντέλου της οικονομία πάντα μπορούν να επικαλεστούν για τις όποιες αποτυχίες την ύπαρξη εσωτερικών και εξωτερικών υπονομεύσεων που δεν άφησαν το σύστημα να δείξει τις πραγματικές δυνατότητές του, έτσι και οι νεοφιλελεύθεροι πάντα θα μπορούν να πουν ότι δεν απέτυχαν - απλώς δεν τους αφήσανε (οι συντεχνίες, οι φιλανθρωπικές ευαισθησίες, οι άπληστοι πολιτικοί κλπ) να εφαρμόσουν το πλήρες πρόγραμμά τους. Με λίγα λόγια, ο νεοφιλελευθερισμός του Ανδρέα Ανδριανόπουλου δεν είναι ούτε εν δυνάμει διαψεύσιμος.
Αυτό δε σημαίνει, βεβαίως, ότι δεν είναι και χρήσιμος. Μπορεί οι νεοφιλελεύθεροι να μην έχουν κομματικές σχολές, αλλά σίγουρα και αυτοί χρειάζονται ζύμωση στα σαλόνια και στις δεξιώσεις όπου συναντιόνται για κοκτέιλ. Πώς αλλιώς να αντιμετωπιστούν ο κρατικισμός και ο λαϊκισμός που έχουν τσακίσει τους αγνούς επιχειρηματίες και τις ανώτερες τάξεις γενικότερα, όλα τα προηγούμενα χρόνια; Άνθρωποι της πράξης την ημέρα, πού να βρεθεί χρόνος για την ανάγνωση βιβλίων, να διαβαστεί ένας Τσανγκ για παράδειγμα; Καλύτερα να έχεις τον άνθρωπό σου, που με λίγες λιτές προτάσεις (διατυπωμένες με χιούμορ, βεβαίως βεβαίως) σου επιβεβαιώνει την πολιτιστική και πνευματική ανωτερότητά σου.
Αν είναι αυτό το επίπεδο τον αντιπάλων μας, τότε νομίζω ότι η αριστερά έχει λιγότερα να φοβηθεί απ’ ό,τι νομίζαμε. Όχι μόνο λόγω έλλειψης ποιότητας, αλλά επειδή φαίνεται ότι ο νεοφιλελευθερισμός σε αυτή τη συγκυρία αδυνατεί να ενσωματώσει έστω και μερικές μετριοπαθείς ιδέες-προτάσεις-μεταρρυθμίσεις, σαν αυτές που προτείνει ο Τσανγκ. Και ένα σύστημα που δεν λυγίζει, τείνει να σπάει.
Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012
Η άγνοια γεννά γενικεύσεις και απίθανους συλλογισμους
Το ίδιο ακριβώς συνέβη με τον συνδικαλιστή του ΠΆΜΕ που πέθανε στο Σύνταγμα:Εμπάργκο στην περιτολογία και την περιτομματολογία των ΜΜΕ.
Για το θέμα της Χαλυβουργικής και την μετρημένη δημοσιότητα ως στρατηγική , αναφέρθηκαν ειδικά οι δημοσιογράφοι του 105,5 στο Κόκκινο
Ταυτόχρονα η συγκυρία εβγαλε εκτός δράσης τον Αυτιά που θα είχε βάλει το θέμα σε 24ωρο on line
Απο αυτο το καθαρά συγκυριακο γεγονός ,να συμπεράνεις οτι εξ´ ορισμού όλες οι απεργίες σε εργοστάσια είναι μη αναπαραστάσιμες αποδεικνύει μονο ένα πράγμα
Ξέρεις εργοστάσια τους εργάτες μόνο απο το Youtube, αλλά έχεις συγγραφικό ταλέντο.Κρίμα να σπαταλιέται λάθος και σε απίθανους αναλογικους συλλογισμους
Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012
Α.Μποχώτης: Η ριζοσπαστική Δεξιά
Η διαφαινόμενη μετατόπιση προς το νεοσυντηρητισμό στην Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και ιδιαίτερα η πολιτική σταθεροποίηση, ή ακόμη και η συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνασπισμού, νέων κομμάτων της "ριζοσπαστικής δεξιάς" σε μια σειρά ευρωπαϊκών χωρών (Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία), ενισχύει την υπόθεση ότι ο φασισμός δεν ανήκε αποκλειστικά στο Μεσοπόλεμο, μα είναι συνυφασμένος με το σύγχρονο κράτος. Η ιστοριογραφία και η πολιτική επιστήμη οφείλουν λοιπόν να αντιμετωπίσουν με ανανεωμένες θεωρητικές και μεθοδολογικές προτάσεις αυτά τα φαινόμενα. Στο βιβλίο επιχειρείται η μελέτη ελληνικών αντικοινοβουλετικών, συντηρητικών και φασιστικών ιδεολογιών και οργανώσεων, κατά το διάστημα 1864-1911. Οι ιδεολογίες αυτές έχουν ερευνηθεί ελάχιστα, με αποτέλεσμα να θεωρείται, λανθασμένα, ότι δεν έχουν ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα. Όμως η ισχύς τους συναρτάται με την ταξική τους λειτουργία. Γι' αυτό τον λόγο, η ανάλυσή τους ισοδυναμεί με μια ανασύνθεση των κοινωνικών τάξεων, της πολιτικής εξουσίας, των κομμάτων, του τύπου, της φιλοσοφίας της ιστορίας και της πολιτειολογίας της περιόδου, από την οπτική γωνία του αστικού αντικοινοβουλευτισμού. Επίσης, με αφετηρία την ελληνική εκδοχή του φασισμού, γίνεται μια απόπειρα συνεισφοράς στη διεθνή επιστημονική αναζήτηση του γενικού ορισμού του. Οι πρωτογενείς πηγές στις οποίες στηρίζεται αυτή η έρευνα είναι ο τύπος, τα βιβλία, τα ιδιωτικά αρχεία και η διπλωματική αλληλογραφία της εποχής.
Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012
Αριστερά - Κρατική Πρόνοια:Ελπιδοφόρες επισημάνσεις
Μόνο ο εγκλωβισμός στην τυπολογία ΄"φούσκα" του "αντινεοφιλελευθερισμού" ,απαγορεύει να πούμε πως αυτή η διατύπωση είναι μια αυθεντική αφομοίωση των σύγχρονων φιλελεύθερων ενστάσεων από την αριστερά.Κι' όμως είναι ακριβώς η πιο σύγχρονη αριστερή άποψη για την πρόνοια.
Τώρα αν αυτό μπορεί να ειπωθεί δημόσια σε μια από τις συνήθεις πολιτικές συγκεντρώσεις είναι αλλο πράγμα.Δεν μπορεί.... αλλά και ότι γράφεται είναι πρόοδος.
(*) Λάσκου - Τσακαλώτου Χωρίς Επιστροφή .Το ανίχνευσα στην Αυγή