Ενδιαφέρουσες απόψεις για τις απεργίες, την Χαλυβουργική και την συγκυρία, γραμμένες σε μοναδικό στυλ.
Αναδημοσίευση: Techie Chan
Στη προαιώνια διαμάχη μεταξύ ξερόλα και σταλεγάκια, έχω ταχθεί στο στρατόπεδο του πρώτου, οπότε δεν πρόκειται να κουνήσω το δακτυλάκι μου σε κανένα. Όμως μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον να ασχοληθώ με την έννοια της απεργίας, διότι νομίζω πως εκφράζει έναν τρόπο σκέψης και δράσης που για τα σημερινά δεδομένα είναι αρκετά προβληματικός, περιοριστικός και ξεπερασμένος. Πριν λοιπόν βγάλετε το τόμαχοκ του πολέμου, διαβάστε παρακαλώ προσεκτικά.
Η απεργία, ή η τέχνη του να κρατάς την ανάσα σου
Η απεργία αν το σκεφτούμε λίγο, αποτελεί ένα πολύ περίεργο φρούτο. Και με πολύ συγκεκριμένο φαντασιακό περιεχόμενο. Η άρνηση της εργασίας από τον εργαζόμενο είναι λίγο το αντίστοιχο του γιου του ισπανού φύλαρχου στον αστερίξ που απειλεί να κρατήσει την αναπνοή του μέχρι να σκάσει. Παρόλαυτά αποτελεί έναν πολύ δημοφιλή τρόπο αντίστασης. Ας τον δούμε λοιπόν λίγο πιο αναλυτικά.
Με την απεργία, ο εργαζόμενος αρνείται τον καρπό της παραγωγικής του δραστηριότητας. Γιατί αυτό αποτελεί απειλή? Διότι ο κάτοχος κεφαλαίου και ιδιοκτήτης της παραγωγικής μονάδας κερδίζει από την παραγωγική δραστηριότητα των εργαζομένων με την πολυτραγουδισμένη υπεραξία. Ο μαρξούκος εκεί στα μέσα του 19ου αιώνα μας εξήγησε πως αν εσείς με το να εργάζεστε παράγετε 5 ενώ πληρώνεστε για 2, το 3 που απομένει είναι η υπεραξία που καρπώνεται ο ιδιοκτήτης και διάφοροι άλλοι στην επιχείρηση με παχυλές αμοιβές.
Ήδη με αυτή την περιγραφή έχω ξεφύγει από την κλασική μαρξιανή ανάλυση, διότι στο 19ο αιώνα, ο ιδιοκτήτης/κάτοχος κεφαλαίου και ο μάνατζερ είχαν την τάση ή να ταυτίζονται στο ίδιο πρόσωπο, ή να βρίσκονται πολύ κοντά μεταξύ τους. Σήμερα αυτά είναι συνήθως πολύ μακριά, πράγμα που δημιουργεί διάφορα προβλήματα (αλλά και ευκαιρίες) που πολλές φορές έχουμε αναφέρει.
Πίσω στην απεργία όμως. Με το να αρνείσαι την εργασία σου, αρνείσαι και την υπεραξία στον καπιταλιστή. Ταυτόχρονα όμως, στα πλαίσια που κι εσύ ζεις από αυτή την εργασία δημιουργείται αμέσως ένα πρόβλημα. Με το να αρνείσαι την εργασία, έχει σημασία να υπολογίσεις ποιος έχει τη μεγαλύτερη ανάσα. Εσύ ή ο καπιταλιστής?
Σε αυτή τη διελκυστίνδα θα πρέπει να δούμε τα όπλα του καθενός. Τι χάνει ο ιδιοκτήτης και τι χάνουν οι εργαζόμενοι. Πόσες αντοχές έχει ο ένας και πόσες ο άλλος. Η τέλεια απεργία είναι η απεργία εκείνη στην οποία οι εργαζόμενοι δουλεύουν από χόμπι. Με το να αρνηθούν την πληρωμή τους, μπορεί να χάνουν το iphone, αλλά κατά τ’άλλα σκασίλα τους. Ανάποδα η άλλη τέλεια απεργία είναι εκείνη όπου ο καπιταλιστής δεν αντέχει να χάσει ούτε μια μέρα όπου η επιχείρησή του δεν θα λειτουργεί.
Στα παλιά χρόνια της μεγάλης καπιταλιστικής χαράς και ανάπτυξης, το σταμάτημα της παραγωγής μιας επιχείρησης είχε μεγαλύτερη σημασία. Γιατί? Διότι η παραγωγική ικανότητα μιας οικονομίας είναι μικρότερη της ζήτησης. Κάθε μήνα φτιάχνονται λιγότερα iphone απ’ όσα ζητούνται, κι αυτό είναι κάτι που ανεβάζει τις τιμές των iphone, τα κέρδη και την ανάγκη να παρχθούν νέα iphone.
Σε αυτό το περιβάλλον, κάθε μέρα που περνάει με την επιχείρηση κλειστή, ο καπιταλιστής χάνει τόσο τα επιπλέον κέρδη, όσο και την ευκαιρία να πάρει μέρος στο πάρτι. Και όταν δεν παίρνει μέρος στο πάρτι, αυτό σημαίνει πως οι άλλοι που παράγουν iphone θα πουλήσουν περισσότερα με αποτέλεσμα να αποκτήσουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα εναντίον του. Με λίγα λόγια είναι ένα περιβάλλον όπου μια απεργία μπορεί να δουλέψει. Και αυτό είναι ένα περιβάλλον που η απεργία αποτελεί μεγάλη απειλή.
Μία άλλη περίπτωση όπου μια απεργία μπορεί να δουλέψει, είναι η περίπτωση μιας επιχείρησης με μονοπωλιακό παραγωγικό αντικείμενο. Αν η απεργία στα ΕΛΠΕ δεν κράτησε πάνω από μια βδομάδα, αυτό δεν είχε να κάνει με το ότι οι εργαζόμενοι της ήταν μάγκες, αλλά με τη θέση που κατέχουν στην οικονομία. Τα ΕΛΠΕ είναι ο ντεφάκτο μονοπωλιακός προμηθευτής πετρελαίου στη χώρα και μια απεργία εκεί, είναι ικανή να παραλύσει το σύμπαν.
Ταυτόχρονα μια μονοπωλιακή επιχείρηση διαθέτει κι άλλο ένα μεγάλο πλεονέκτημα που κάνει τη στρατηγική θέση των εργαζομένων ιδιαιτέρως πλεονεκτική. Ο ιδιοκτήτης/μάντζερ μπορεί να μετακυλήσει το επιπλέον κόστος από την ικανοποίηση των αιτημάτων της απεργίας στην τιμή του μονοπωλιακού προϊόντος. Όσο η μετακύλιση αυτού του κόστους, δεν είναι δύσκολη, ο ιδιοκτήτης/μάνατζερ δεν έχει κανένα λόγο να πλακώνεται με τους υπαλλήλους του. Αλλά οι υπάλληλοι επιχειρήσεων σε μονοπωλιακά μαγαζιά δεν είναι ακριβώς οι πιο αδικημένοι του κόσμου, άρα τελικά η απεργία σε τέτοιους τομείς είναι λίγο κενό γράμμα και κοινωνικά καθόλου ωφέλιμη. Κάθε αύξηση του μέρους της υπεραξίας που καρπώνονται οι εργαζόμενοι, θα συνοδεύεται και από αύξηση της τιμής της βενζίνης που θα πληρώνουν όλοι οι υπόλοιποι. Μάλιστα είναι σχεδόν σίγουρο πως η διοίκηση θα αυξάνει την τιμή παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται για να καλύψει το κόστος των αιτημάτων των απεργών για να μη μείνει με άδεια χέρια προς τους μετόχους.
Έτσι στην ουσία σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις, βλέπουμε πολύ πιο συχνά οι σχέσεις διοίκησης και εργαζομένων να είναι αρκετά καλές για να μην υπάρχει λόγος απεργίας. Στην ελλάδα τέτοια παραδείγματα ήταν η δεη, οι τράπεζες, ο οτε, οι εταιρίες κινητής, τα ελπε, ο οπαπ και γενικά οποιαδήποτε επιχείρηση είχε τη δυνατότητα να μετακυλήσει το κόστος στον τελικό καταναλωτή χωρίς ιδιαίτερο κόπο.
Ποιό είναι το πρόβλημα? Πως σε αυτές τις δύο περιπτώσεις πιθανών επιτυχημένων απεργιών που περιέγραψα, η δεύτερη δεν είναι ακριβώς η πιο κοινωνικά ωφέλιμη. Στην ουσία οι εργαζόμενοι τέτοιων επιχειρήσεων λειτουργούν αντι-κοινωνικά. Προτιμούν την προσωπική τους ή κλαδική τους ευημερία, από την ευημερία του συνόλου, κάτι που κατά καιρούς έχει δημιουργήσει πολύ κακό όνομα στις απεργίες. Ο ΟΤΕ, και ο ΟΛΠ είναι μερικά από τα παραδείγματα που μπορεί κάποιος να φέρει από δημόσιες επιχειρήσεις, τα οποία πλαισιώνονται από μπόλικες άλλες απεργίες κλαδικού ενδιαφέροντος. Ταυτόχρονα μας δείχνει λίγο και τα όρια της απεργίας ως εργαλείο ανισοτήτων. Από τη φύση του εργαλείου, αυτοί με τις περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας είναι οι ίδιοι που έχουν τη μικρότερη ανάγκη να απεργήσουν.
Το παράδειγμα της χαλυβουργίας.
Ας δούμε λοιπόν και το παράδειγμα της χαλυβουργίας πως τοποθετείται στρατηγικά. Η απεργία στη χαλυβουργία ξεκίνησε όταν η επιχείρηση πρότεινε λιγότερη εργασία (και φυσικά λιγότερες αμοιβές) στους εργαζόμενους. Άρα σε μια περίοδο ύφεσης και πτώσης της ζήτησης, η διοίκηση θέλει να περικόψει το εργατικό κόστος, αποδεχόμενη και την πτώση της παραγωγικής ικανότητας του εργοστασίου. Φυσικά θέλει να το κάνει με τον δικό της τρόπο που είναι εξαιρετικά βολικός για εκείνη. Προτιμά να τους βάλει όλους να εργάζονται λιγότερο για λιγότερα, όχι γιατί η ίδια αγαπά τους εργαζόμενούς της, αλλά διότι θέλει να έχει ελαστικότητα στην παραγωγική της ισχύ. Ας το εξηγήσουμε λίγο αυτό.
Κάτι που έμαθαν γρήγορα οι καπιταλιστές σε αυτό το παιχνίδι της μονόπολης είναι πως η ζήτηση δεν είναι σταθερή. Άλλες φορές ζητάνε 50 και άλλες 80. Η κάλυψη αυτών των επιπλέον μονάδων γίνεται με διάφορους τρόπους. Ή διαθέτεις επιπλέον προσωπικό που απλά κάθεται όταν δεν υπάρχει τόση ζήτηση (πολύ ακριβό), ή βάζεις τους υπάρχοντες να δουλέψουν υπερωρία με μερικές φριλάντζες, δηλαδή ελεύθερους επαγγελματίες ή μπλοκάκια όπως λέγαμε (ακριβό). Τι θα γινόταν όμως αν τους έβαζες όλους να δουλέψουν 5ωρες την ημέρα για να καλύψεις την παραγωγή σου? Αν κάποιο μήνα οι παραγγελίες αυξάνονταν, δεν θα χρειαζόταν ούτε να πάρεις φριλάτζες, ούτε να πληρώσεις υπερωρίες. Απλά θα έλεγες στους υπαλλήλους να δουλέψουν το κανονικό 8ωρο. Τέλειο?
Κάπως έτσι σκέφτηκε και η διοίκηση της χαλυβουργίας. Μόνο που στους εργαζόμενους δεν άρεσε, διότι δεν είναι πως έπαιρναν απο 2500 ο καθένας για να πουν οκ θα τα βγάλουμε και με 1800. Και για να απαντήσουν αποφάσισαν να κάνουν απεργία, δηλαδή να διακόψουν εντελώς την παραγωγή. Ήδη βλέπετε πως τα πράγματα είναι λίγο προβληματικά, διότι οι εργαζόμενοι προσπαθούν να τιμωρήσουν την διοίκηση με την ίδια πρόταση που η διοίκηση κάνει. Δηλαδή τη μείωση της παραγωγής. Για να είμαστε ειλικρινείς λοιπόν μέχρι ενός σημείου, αυτή η άρνηση της παραγωγής ήταν ένα μικρό δωράκι για την επιχείρηση που προσπαθούσε να μειώσει το κόστος παραγωγής σε μια περίοδο μειωμένης ζήτησης. Διότι σε περίοδους ύφεσης υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις που προτιμούν να λειτουργούν και με μικρή χασούρα προκειμένου να κρατήσουν την παραγωγική τους δυνατότητα, ελπίζοντας πως κατά την ανάκαμψη θα έχουν λιγότερους ανταγωνιστές και θα κερδίσουν από τα αυξημένα περιθώρια κέρδους.
Και το πόσο δωράκι ήταν για την επιχείρηση φάνηκε από το γεγονός πως κανείς δεν έδειξε να ιδρώνει το αυτί του ιδιαίτερα. Οι εργαζόμενοι κράτησαν την αναπνοή τους, αλλά η διοίκηση πιθανότατα ένιωθε πως είχε μεγαλύτερη αναπνοή. Πόσο μάλλον όταν η διοίκηση μπορούσε να συνεχίσει να παίρνει ανάσες από τον άλλο πνεύμονα, δηλαδή το εργοστάσιο της χαλυβουργίας του βόλου που συνέχισε να λειτουργεί κανονικά.
Εδώ είναι που τα πράγματα αρχίζουν και γίνονται τραγικά. Διότι η απεργία στη χαλυβουργία του ασπροπύργου έχει ήδη προβλήματα να είναι αποτελεσματική όσο η ζήτηση των προϊόντων που παράγει είναι ανεμική, αλλά γίνεται εντελώς αδιάφορη, όταν υπάρχει ένα άλλο εργοστάσιο για να καλύψει την ζήτηση αυτή. Με λίγα λόγια έχεις δύο εργοστάσια με παραγωγική δυνατότητα 150+100=250. Λόγω της ύφεσης η ζήτηση βρίσκεται στο 150 οπότε η διοίκηση προσπαθεί να μειώσει το κόστος παραγωγής. Οι εργαζόμενοι του πρώτου εργοστασίου αντιδρούν και το κλείνουν, ενώ του δεύτερου όχι. Η διοίκηση λοιπόν αποφασίζει να αφήσει τους σκληρούς να κλείσουν το “καλό” εργοστάσιο και να τα βρει με τους άλλους. Έτσι στην ουσία μεγάλο μέρος της παραγωγής ικανοποιείται από το δεύτερο εργοστάσιο, με αποτέλεσμα να αφήσει τους απεργούς να περιμένουν μέχρι να σκάσουν. Πράγμα και που έγινε.
Εδώ λοιπόν δημιουργούνται διάφορες αφηγήσεις. Σίγουρα ο κακός της παρέας είναι ο αφεντικός και δεν έχω καμία διάθεση να τον υπερασπιστώ. Δεν μοιράστηκε την υπεραξία τις καλές ημέρες, δεν υπάρχει κανένας λόγος για τους εργαζόμενους να μοιραστούν τα κεσάτια των κακών ημερών. Υπάρχει όμως κι άλλος ένας κακός της παρέας, κι αυτός είναι οι εργαζόμενοι του εργοστασίου του βόλου, που στην ουσία κάνουν την απεργία εντελώς αδιάφορη.
Γιατί αυτοί δεν απέργησαν? Υπάρχουν πολλοί λόγοι και δεν είναι όλοι εναντίων των εργαζομένων του δεύτερου εργοστασίου. Σε αντίθεση με την εργατίστικη φαντασίωση του καλού και του κακού με τη μορφή του καλού ακτήμονα προλετάριου και του κακού καπιταλιστή, στον πραγματικό κόσμο υπάρχουν πολλές ενδιάμεσες καταστάσεις. Που η διοίκηση συνήθως βλέπει πολύ καλά, αλλά οι απεργιακές δυνάμεις σχεδόν αρνούνται να δουν, λες και αν αρνηθείς να τις δεις θα πάψουν να υπάρχουν. Πχ από αυτά που έχω διαβάσει, το εργοστάσιο του ασπροπύργου είναι πιο καλά εξοπλισμένο. Αυτό σημαίνει πως αν η μείωση της ζήτησης συνεχιζόταν σε βαθμό που θα έκλεινε το ένα εργοστάσιο, το λογικό θα ήταν να έκλεινε αυτό του βόλου. Κάτι που κάνει τους εργαζόμενους εκεί να βρίσκονται σε πιο επισφαλή θέση.
Ένας από τους στόχους μιας πετυχημένης απεργίας είναι να απειλήσεις τον καπιταλιστή πως θα χάσει τους πελάτες του, οι παραγγελίες των οποίων δεν θα ικανοποιηθούν. Σε περιόδους ανάπτυξης, χαμένοι πελάτες είναι χαμένα επιπλέον κέρδη, αλλά σε περιόδους ύφεσης, όπου υπάρχει μεγάλη περίσσια παραγωγικής ισχύος, οι χαμένοι πελάτες είναι πιο πολύτιμοι. Και αυτό οι εργαζόμενοι του βόλου σίγουρα το γνώριζαν.
Υπάρχουν δεκάδες άλλοι λόγοι που οι εργαζόμενοι του βόλου μπορεί να μην ήθελαν να πάρουν μέρος στην απεργία. Ανέφερα τον παραπάνω για να δείξω πως είναι τουλάχιστον αστείο μεταμοντέρνοι άνθρωποι να μιλάμε με μανιχαιστικούς όρους του πρώτου αιώνα π.χ.
Το βασικό συμπέρασμα από την όλη στρατηγική ανάλυση που κάνουμε είναι ότι
α) η απεργία είναι προβληματικός τρόπος αντίδρασης σε περιόδους ύφεσης, και
β) η μερική απεργία τους ενός εργοστασίου κάνει την όλη προσπάθεια πρακτικά αδιάφορη, χωρίς την καλή προαίρεση της εργοδοσίας.
Άρα ένας ψύχραιμος απεργιολόγος από αυτούς που το ΚΚΕ σίγουρα διαθέτει, ήξερε από την αρχή πως τα πράγματα χωρίς το εργοστάσιο του βόλου είναι πρακτικά σκατά. Η απάντηση που έχω πάρει σε αυτή μου την παρατήρηση είναι σχεδόν μεταφυσική. Η θέση μου ήταν πως δεν υπάρχει λόγος να ξεκινήσεις μια απεργία που θα χάσεις κατά κράτος και όσο το εργοστάσιο στο βόλο δούλευε κανονικά, η ήττα ήταν εγγυημένη. Θα μπορούσα να ισχυριστώ πως η ήττα ήταν πολύ πιθανή ακόμα κι αν απεργούσαν και τα δύο εργοστάσια, αλλά αυτό είναι μια θεωρητική συζήτηση.
Η επίκληση του φαντασιακού
Η μεταφυσική απάντηση λοιπόν προσέβλεπε στο φαντασιακό. Έλεγαν πως η απεργία έπρεπε να ξεκινήσει από τον ασπρόπυργο και μετά να πείθονταν και οι εργαζόμενοι του βόλου να απεργήσουν κι αυτοί για συμπαράσταση. I am a card carrying member της σημασίας των φαντασιώσεων που λένε και στο χωριό μου. Και δεν πρόκειται να το αρνηθώ για να αναπτύξω το επιχείρημά μου. Επιπλέον θεωρώ πως ο βολονταρισμός (που συνοψίζεται στην πόπ κουλτούρα από το κοελικό σύμπαν που συνωμοτεί υπέρ σου, αν κάτι το θέλεις πολύ) είναι μια κατάσταση που μπορεί να υπάρξει, το βλέπουμε συνεχώς γύρω μας. Όμως δεν μπορώ να περάσω στην αντίπερα φιλοσοφική όχθη και να γίνω ένας καθαρός ιδεαλιστής. Πόσο μάλλον όταν αυτοί που μου προέταξαν το επιχείρημα αυτοπροσδιορίζονται ως σκληροί υλιστές
Από τη στιγμή που ξεκίνησε η απεργία στο ασπρόπυργο, ήταν δεδομένο πως οι υλικές διαφορές θα πήγαιναν όλο και περισσότερο υπέρ της μη έναρξης της απεργίας στο βόλο. Τόσο διότι οι παραγγελίες του ασπροπύργου που ακυρώνονταν, θα εκπληρώνονταν στον βόλο, όσο και γιατί η διοίκηση θα προσπαθούσε να κρατήσει μια πιο φιλική στάση στους εργαζόμενους που συνέχιζαν να εργάζονται. Έτσι λοιπόν σαν άλλος ρωμαίος εκατόνταρχος, η διοίκηση θα έβγαζε λουλουδάκια την ώρα που μιλούσε στον βόλο, την ίδια στιγμή που θα το έπαιζε σκληρή και θα έβγαζε σβάστιγκες στον ασπρόπυργο.
Όσες λοιπόν κι αν ήταν οι φαντασιακές θέσεις των εργαζομένων που τους ένωναν, από τη στιγμή που δεν κατάφεραν να πείσουν τους εργαζόμενους στο βόλο στην αρχή της απεργίας, ήταν πολύ πιο δύσκολο να το καταφέρουν στη συνέχεια, καθώς οι υλικές συνθήκες θα μεγάλωναν το υλικό χάσμα μεταξύ τους.
Υπάρχει και μια άλλη βολονταριστική αφήγηση όπου δημιουργούσε συνθήκες νίκης στη σχεδόν σίγουρη ήττα των απεργών χαλυβούργων. Πώς η απεργία τους θα κέρδιζε την υποστήριξη της κοινωνίας σε τέτοιο βαθμό, όπου θα ανάγκαζε την κυβέρνηση να βάλει χέρι στη διοίκηση, γνωρίζοντας πως ο καπιταλισμός στην ελλάδα είναι τόσο κρατικοδίαιτος που δύσκολα η διοίκηση θα μπορούσε να το παίξει σκληρή με το κράτος να ζητάει μια λύση (ειδικά όταν θα μπορούσε να πείσει το κράτος να χρηματοδοτήσει αυτή τη λύση). Και είναι βολονταριστική διότι δεν έχουμε τέτοια δείγματα αλληλεγγύης στην ελληνική κοινωνία. Από τη μία διότι το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων έχει να δει εργοστάσιο από την εποχή που πήγε με το σχολείο επίσκεψη στην tasty και άρα δεν είναι τόσο εύκολο να ταυτιστεί μαζί τους. Από την άλλη ο κατακερματισμός της ίδιας της κοινωνίας απέναντι σε τέτοιες απεργίες είναι μεγάλος. Οι απεργίες δεν είναι πια απαραίτητα κάτι φαντασιακά καλό. Και σε αυτή την κακή άποψη, έχουν συμβάλει τόσο τα μμε και η κυρίαρχη νεο-φιλελεύθερη φαντασίωση που καραμελιάζουν συνεχώς, όσο και αρκετές απεργίες σε διάφορες μεγάλες επιχειρήσεις του δημοσίου και όχι μόνο, όπου προσέβλεπαν σχεδόν αποκλειστικά σε οφέλη προς τους εργαζόμενους και όχι προς το σύνολο της κοινωνίας. Πολλές φορές μάλιστα λειτουργούσαν ανταγωνιστικά προς την κοινωνία, όπως η γνωστή ιστορία με τον οτε όταν μετοχοποιήθηκε, όπου οι παλιοί εργαζόμενοι φρόντισα να εξασφαλίσουν θηριώδη εφάπαξ που πληρώσαμε όλοι οι υπόλοιποι ως υψηλότερες τιμές στις κλήσεις ( υψηλές τιμές που φυσικά βόλευαν και τους φρέσκους ανταγωνιστές του οτε να παίρνουν κεφάλαιο από τον γνωστό μαλάκα).
Υπάρχουν δεκάδες τέτοια παραδείγματα κακού συνδικαλισμού, είτε αφορούν την αδεδυ που ποτέ δεν συνέδεσε τις τύχες της με την κοινωνία αλλά με το πολιτικό προσωπικό με το οποιο συνδιαλεγόταν, είτε αφορούν πιο μικρούς κλάδους τύπου γιατρών, τεετζηδων, φαρμακοποιών και λοιπών ευγενών κατηγοριών. Δεν έχει νόημα να τα αναφέρουμε όλα εδώ, στην ουσία πρόκειται για όλο το πασοκικό σύστημα του κατακερματισμένου κοινωνικού συμβολαίου που ζούμε τόσες δεκαετίες.
Νομίζω όμως καταλαβαίνετε πολύ καλά τι εννοώ πως η έννοια της απεργίας δεν έχει σε όλη την κοινωνία τα θετικά αντανακλαστικά που οι οπαδοί της λύσης “απομηχανής θεός” προτείνουν. Το γιατί συνέχιζαν να πιστεύουν σ’ ένα θαύμα είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Οι πιο αθώοι το πίστευαν γιατί ήθελαν μια νίκη τη στιγμή που όλα τασκιαζε η φοβέρα. Οι λιγότερο αθώοι τύπου κκε, το ήθελαν διότι αυτό ικανοποιούσε τη γκρουπούσκουλη φαντασίωσή τους περί αγώνων, και ταυτόχρονα θα αποτελούσε άλλοθι για την μακάρια αδράνειά τους στο επίπεδο της πολιτικής τους στρατηγικής. Τα δεκεμβριάκια ήταν προβοκάτορες, οι αγανακτισμένοι είναι πρόβατα που θα πρέπει να μαντρώσουμε, αλλά μη μας κατηγορείτε πως δεν κάνουμε τίποτα. Εμείς κάναμε τον αγώνα στη χαλυβουργία και τους ναυτεργάτες. Οπότε κερδίζουμε το προσκοπικό σηματάκι, κι ας κλάψουμε μετά για τους μάρτυρες που θα τον πιούνε. Όκ ξέρω ότι είμαι πικρόχολος με το κκε, αλλά ποτέ δεν έδειξε να μετανιώνει για τον στρατηγικά ηλίθιο κυνισμό του, τον οποίο υπερασπίζεται από τον ισπανικό εμφύλιο μέχρι σήμερα. Και με τους αμοραλιστές η δική μου φαντασιακή αριστερά δεν θέλει να έχει καμία σχέση, πόσο μάλλον με τους ηλίθιους του είδους.
Η μεγάλη ήττα
Ελπίζω να έχουμε καταλάβει πως η απεργία στη χαλυβουργία ήταν μια πολύ μεγάλη ήττα. Η απεργία ξεκίνησε διότι η εργοδοσία ήθελε να μειώσει τις ώρες εργασίας και το εργατικό κόστος, η εργοδοσία διπλασίασε το στοίχημα απολύοντας ακόμα περισσότερους και τώρα η απεργία τέλειωσε με την εργοδοσία να έχει κερδίσει περισσότερα απ’ όσα ζητούσε πριν η απεργία ξεκινήσει. Ταυτόχρονα η διοίκηση ικανοποίησε και το φαντασιακό κομμάτι της (το οποίο συχνά αρνούμαστε στους κακούς), σπάζοντας με τσαμπουκά μια απεργία των μισητών εργαζομένων που θέλουν να μας πάρουν τα κέρδη. Είμαι σίγουρος πως αυτή τη στιγμή ο μάνεσης στο εκάλη τένις κλαμπ θα δέχεται συγχαρητήρια και φθονερά βλέμματα ζήλιας από τους υπόλοιπους.
Αν θα έπρεπε να φτιάξουμε μια περιγραφή μεγάλης ήττας στις απεργίες, η χαλυβουργία λαμβάνει μέρος με πολύ καλές πιθανότητες.
Έτσι όπως μας τα λες ρε τέκι, οι απεργοί θα έπρεπε να κάνουν μοκοκίτο που ο σκατιάρης μάνεσης ήθελε να τους ρουφήξει το αίμα. Προσωπικά είμαι της σουτζούδικης λογικής που λέει ότι αν είναι να χάσω μια μάχη, προτιμώ να μην τη δώσω. Αλλά εγώ είμαι μια κότα. Οπότε αν έρχονταν οι εργαζόμενοι της χαλυβουργίας τον γενάρη και με ρώταγαν, θα τους ξεδίπλωνα τον τραχανά αλλά θα σεβόμουν την άποψή τους -διότι στο κάτω κάτω της γραφής- ο δικός τους κώλος παιζόταν. Κι αυτή η προβληματικότητα του εργαλείου που λέγεται απεργία και οι μικρές στρατηγικές δυνατότητες επιτυχίας της, είναι που με κάνουν να το βλέπω χωρίς ιδιαίτερη ζέση.
Παράδειγμα 2ο: Οι ισπανοί μινέρος και οι βρετανοί συναδελφοί τους από το παρελθόν.
Πρόκειται για άλλο ένα παράδειγμα απεργίας με τεράστιο στρατηγικό μειονέκτημα. Η εξόρυξη άνθρακα, λόγω της μείωσης της χρήσης άνθρακα στην ευρώπη, είναι μια δραστηριότητα που πρέπει να επιδοτείται για να μπορεί να συντηρεί ένα λογικό δυτικό επίπεδο διαβίωσης των ανθρακωρύχων. Γιαυτό και η θάτσερ επέλεξε αυτόν τον τομέα για να επιτεθεί. Διότι ήξερε πως είχε το στρατηγικό πλεονέκτημα και θα μπορούσε να κρατήσει την αναπνοή της όσο ήθελε. Το ίδιο συμβαίνει και στην ισπανία. Από τη στιγμή που το κράτος σε επιδοτεί, you are her bitch nigga, για να το θέσω σε άπταιστα γκέτο αθηνέζικα. Κάθε μέρα που περνά κι εσύ απεργείς, εσύ δυσκολεύεις τη ζωή σου και το κράτος κερδίζει από τη διαδικασία, διότι επιδοτεί όλο και λιγότερο κάρβουνο. Άρα μπορεί να περιμένει με την ησυχία του μέχρι εσύ να χάσεις την ψυχραιμία σου ή μέχρι να λυγίσεις. Και μετά θα σε πατήσει για να μπορέσει να θριαμβολογήσει για την υπέρτατη νίκη του και να δώσει το παράδειγμα στους υπόλοιπους.
Στην πραγματικότητα, όπως και με τους αγρότες, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα όσο το κράτος σε επιδοτεί. Μπορείς να διαπραγματευτείς απειλώντας με το πολιτικό κόστος που η πράξη αυτή θα έχει, μπορείς να διαπραγματευτείς για τη σημασία που έχει να έχεις δικό σου κάρβουνο αντί να εισάγεις πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, αλλά εκεί βρίσκεσαι ήδη σε επικοινωνιακά μειονεκτική θέση, πριν ακόμα ξεκινήσει η μάχη. Οι ισπανοί μινέρος θα μπορούσαν να στριμώξουν το κράτος, αν μπορούσαν να συνεχίζουν να δουλεύουν και να πουλάνε μόνοι τους την παραγωγή σε κάποιο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος σε τιμή που θα μπορούσε το εργοστάσιο να λειτουργήσει χωρίς χασούρα. Αυτό είναι πρακτικά αδύνατο με τα επιδοτούμενα προϊόντα και γιαυτό η επιδότηση -είτε ενός προϊόντος, είτε της ανεργίας όπως λέγαμε στο προηγούμενο επεισόδιο- είναι από τη φύση της μία παραδοχή ανισότητας και πατρωνίας. Εσύ αποδέχεσαι πως είσαι λιγότερο ελεύθερος, κι εγώ θα σε κρατήσω χορτάτο.
Το απεργιακό εργαλείο
Η αλήθεια είναι πως δεν συμπαθώ πολύ τις απεργίες. Ίσως αν ζούσα στην κίνα να τις συμπαθούσα περισσότερο (αν δεν ήμουν σε καμιά φυλακή επειδή τις συμπαθούσα). Επειδή όμως ζω στη δύση, έναν βασικό εργαλειακό λόγο προσπάθησα να τον εξηγήσω στο πρώτο κομμάτι. Ένας πιο υπόγειος λόγος, έχει να κάνει με τις αντι-ιεραρχικές μου νευρώσεις. Η απεργία από τον ορισμό της δέχεται πως σε αυτόν τον κόσμο υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι και πως οι δεύτεροι απλώνουν το χεράκι ή κρατάνε την αναπνοή τους μέχρι να τους λυπηθούν.
Το 19ο αιώνα συνέχιζε να ήταν ένα δύσκολο εργαλείο, αλλά την εποχή εκείνη οι φτωχοί εργαζόμενοι δεν είχαν και πολλές δυνατότητες να αντιδράσουν. Σχεδόν σε όλη την ευρώπη δεν διέθεταν δικαίωμα ψήφου, για να μη μιλήσουμε για γνώσεις ή για υλικά αγαθά. Οι περισσότεροι μάλιστα είχαν δοκιμάσει τη μεγάλη ήττα της άνοιξης των λαών του 1848. Οι άγγλοι δεν τόλμησαν να σηκώσουν κεφάλι διότι ήξεραν πως μετά την επικράτηση των φιλελεύθερων το 1832, οι ρεπουμπλικάνοι (δηλαδή οι δημοκράτες) χωρίστηκαν και οι έχοντες περιούσια προτίμησαν να συμμαχήσουν με το παλιό καθεστός παρά με τους φτωχούς που τους φοβούνταν περισσότερο. Οι γάλλοι προς στιγμή νόμισαν πως κέρδισαν, για να τους πάρουν αμέσως τα σώβρακα με μια αντίστοιχη με την αγγλική συμμαχία που έφερε τον ναπολέοντα light στην εξουσία. Και οι γερμανοί, αυτοί έφαγαν χώμα και σπαθί και αποφάσισαν να εσωτερικεύσουν την ήττα και να καλυτερεύσουν την κατάστασή τους πριν ξαναδοκιμάσουν να συγκρουστούν. Είτε φεύγοντας για τις δημοκρατικές ΗΠΑ και το freeforall που υπήρχε ακόμα εκεί για όλους τους λευκούς, είτε μένοντας και προωθώντας τη θέση τους στο εσωτερικό παιχνίδι.
Γιαυτό πιστεύω πως και ο μαρξούκος έβαλε ταυγά του στο καλάθι της επανάληψης της παρισινής κομούνας. Γιατί όλες οι άλλες προοπτικές ήταν πρακτικά αδύνατες στο δικό του προσδόκιμο.
Όμως σήμερα οι άνθρωποι δεν βρισκόμαστε στο 19ο αιώνα. Έχουμε πολιτικά δικαιώματα, έχουμε τη δύναμη της ψήφου όσο κι αν κάποιοι από εμάς τη φτύνουν διότι δεν τους αρέσουν τα αποτελέσματα της κάλπης, έχουμε υλικά αγαθά και γνώσεις που δεν υπήρχαν ούτε στις φαντασιώσεις των ανθρώπων του 19ου αιώνα και προσπάθησα να δείξω στα πρώτα μέρη της τεχνικής. Και σίγουρα -πλην ελαχίστων φετιχιάρηδων- δεν έχουμε τη φαντασίωση της δικτατορίας του προλεταριάτου, γιατί είχαμε την εμπειρία του. Και παρόλαυτά, στη σύγκρουσή μας με τους εργοδότες συνεχίζουμε να συμπεριφερόμαστε σαν δουλοπάροικοι. Είτε κάνοντας συγκεντρώσεις και ζητώντας από τον καλό βασιλιά να παρέμβει (ο πρόεδρος φώτης είμαι σίγουρος πως λερώνει το κρεβάτι του με αυτή τη φαντασίωση του πεφωτισμένου), είτε κρατώντας την αναπνοή μας περιμένοντας πως ο βασιλιάς θα μας λυπηθεί ή θα αποφασίσει πως χωρίς υπηκόους για μερικές μέρες δεν θα μπορέσει να κυβερνήσει.
Οκ ρε ξερόλα τέκι, μας έχεις σπάσει τα ούμπαλα με τη γκρίνια σου, εσύ τι θα ήθελες να κάνουν οι χαλυβούργοι και οι υπόλοιποι που τον πίνουν?
Η ειλικρινής μου απάντηση είναι πως δεν ξέρω ακριβώς. Σίγουρα ξέρω τι δεν πρέπει να κάνουν. Κι αυτό είναι ότι δεν πρέπει να νιώθουν ηττημένοι και απεργίες τύπου χαλυβουργίας σίγουρα δεν βοηθάνε στο να σου αναπτερώσουν το ηθικό, για να μη μιλήσω για το υλικό της υπόθεσης. Για κάποιους εργαζόμενους μπορεί να μην υπάρχει λύση στο υπάρχον πλαίσιο. Και δεν εννοώ σε αυτόν τον κόσμο, ή στον καπιταλισμό, αλλά σε αυτό που κάνουν τώρα. Μπορεί για τη χαλυβουργία να μην υπάρχει λύση αυτή τη στιγμή. Ο μάνεσης και ο κάθε μάνεσης έχει όλα τα χαρτιά στα χέρια του. Κι αυτό που έχω μάθει να κάνω όταν δεν με βολεύουν οι κανόνες του παιχνιδιού, είναι να προσπαθώ να τους αλλάζω. Ή να αλλάζω παιχνίδι. Αν το αφεντικό δια νόμου μπορεί να γαμήσει και να δείρει, τότε θα επιδιώξω να μην έχω αφεντικό. Μακάρι να είχα την κυβέρνηση και να του έστελνα τον σδοε αν δεν μοιραζόταν την υπεραξία του για να τον πείσω να την μοιραστεί με τα μέσα κρατικής πειθούς που χρησιμοποιούν και στους κοινούς θνητούς. Αλλά δεν το έχω και για να είμαι ειλικρινής θα ήθελα τα μέσα κρατικής πειθούς μόνο για λίγο, διότι η βασική μου προσπάθεια θα ήταν, να αλλάξω τους όρους του παιχνιδιού, έτσι ώστε η ίδια η “αγορά” να λειτουργεί υπέρ μου.
Διότι ξέρετε κάτι? Είμαι τεμπέλης και όση λιγότερη προσπάθεια βάζω, τόσο το καλύτερο. Γιαυτό και έλεγα πέρσι τον ιούνη πως δεν θέλω να βάλω ενοικιοστάσιο και να τρέχω να κυνηγάω τον κάθε ιδιοκτήτη. Θέλω να βάλω την αγορά να κάνει τον ιδιοκτήτη να παρακαλάει να νοικιάσει το σπίτι για 200ευρώ. Και σε αυτό το παιχνίδι πιστέψτε με είμαι φοβιστικά καλός και νομίζω έχω δείξει ουκ ολίγες φορές πόσο απλό είναι να αλλάξεις τις αμοιβές των παικτών, έτσι ώστε το παιχνίδι να αλλάξει υπερ σου
Οπότε για εμένα η λύση βρίσκεται σ’ ένα ελαφρά αδιάφορο κράτος που θα έχει θέσει τα όρια για τη δημιουργία μεγαλύτερης ισότητας κι όχι για τη δημιουργία μεγαλύτερης ανισότητας. Αλλά επειδή δεν εμπιστεύομαι τις ιεραρχικές συγκεντρωτικές δομές του κράτους, θα ήθελα αυτή η αλλαγή να συμβεί ταυτόχρονα και από τα κάτω, διότι όταν ψάξετε τι ακριβώς σας χωρίζει από τους εργοδότες σας, θα δείτε πως τις περισσότερες φορές σας χωρίζουν ελάχιστα πράγματα. Ίσως η ηλικία (είναι στο παιχνίδι περισσότερα χρόνια από εσάς, άρα έχουν πιάσει τα γιοφύρια). Ίσως οι γνώσεις, αλλά αυτό δεν είναι κάτι που δεν μάθατε δουλεύοντας αποδοτικά για την επιχείρηση ή που δεν μπορείτε να μάθετε ακόμα κι από το ίντερνετ. Ίσως το επιχειρηματικό πνεύμα γιατί δεν γουστάρουν όλοι οι άνθρωποι το ρίσκο που συνεπάγεται, αλλά αυτό έχει έρθει υπέρ μας τα τελευταία 20 χρόνια καθώς ανάγκασαν πολλούς από εμάς να γίνουμε ελεύθεροι επαγγελματίες. Σε όλη τη λίστα από τα προτερήματα του εργοδότη σας, θα δείτε πως η σημασία του κεφαλαίου βρίσκεται πολύ χαμηλά στη λίστα για τις περισσότερες επιχειρήσεις. Τι να κάνουμε που η ελλάδα δεν είναι γεμάτη χαλυβουργίες όπου χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις κεφαλαίου και όπου ο εργοδότης απέκτησε, είτε γιατί έκανε παρέα με τους σωστούς πολιτικούς, είτε γιατί ο μπαμπάς του ήταν μεγαλομαυραγορίτης στην κατοχή, είτε γιατί η μαμά του παντρεύτηκε τον μεγαλομαυραγορίτη. Μπορεί λοιπόν το μειονέκτημα των χαλυβούργων (που δεν μπορούν να χέσουν τον μάνεση και να του φάνε τη δουλειά), να είναι πλεονέκτημα εμάς των υπολοίπων που μπορεί και να μπορούμε να το κάνουμε.
Και τότε ρε τέκι, τι θα κάνουμε, θα φτιάξουμε τα νέα τζάκια του πασόκ? Όχι γιατί υπάρχουν τρόποι να το κάνουμε αποδομώντας τη δομή και της σχέσης της παραδοσιακής επιχείρησης που έλκει την καταγωγή της, τόσο από την στρατιωτική ιεραρχία, όσο και από τη ρωμαϊκό αρχέτυπο της πατρωνικής οικογένειας με τον πατερ φαμίλια και τους πελάτες του.
Δεν είναι τρελό άλλωστε το να ονομάζουμε απιστία το να κλέβεις λεφτά από την επιχείρηση λες και πηδήχτηκες με τον γκόμενο του συνέταιρου?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου